Το ποσόν των 306 εκατομμυρίων ευρώ μοιράζονται οι δικαστικοί λειτουργοί όλων των βαθμίδων τον τελευταίο χρόνο, την ώρα που κρίνουν πως η μνημονιακή οικονομική πολιτική «αποτελεί μείζον αγαθό, συνδεόμενο με το γενικό συμφέρον, σε σχέση με το ατομικό συμφέρον κάθε μιας καθαρίστριας».
Και αποτελούν την μοναδική, ίσως, κατηγορία εργαζομένων που αποκαθίστανται οι αμοιβές τους και οι συντάξεις τους στο ύψος που ευρίσκονταν το 2012.
Από τις 27 Μαρτίου οι δικαστικοί λειτουργοί εισπράττουν την πέμπτη δόση των αναδρομικών, ύψους 89 εκατομμυρίων ευρώ. Κατά μέσο όρο αντιστοιχεί σε 20.000 ευρώ στον καθένα. Πέρυσι την ίδια εποχή δόθηκε η τέταρτη δόση συνολικού ύψους 97 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ οι προηγούμενες δόσεις είχαν δοθεί από το 2009 έως το 2011. Το 2012 ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης κ. Χάρης Καστανίδης πάγωσε την καταβολή των δόσεων λόγω της δημοσιονομικής κρίσης.
Οι δικαστικοί λειτουργοί όμως πέτυχαν, παρά τα οξύτατα προβλήματα της οικονομίας, να πάρουν το σύνολο των αναδρομικών τους που είχαν επιδικασθεί το 2007 και είχαν παγώσει λόγω της κρίσης, ενώ ήδη έχει εγγραφεί στο Γενικό Λογιστήριο του κράτους ποσόν 120 εκατομμυρίων ευρώ, από το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο αναμένεται να δοθεί από τον Αύγουστο και αφορά την πλήρη αποκατάσταση των μισθών τους στο ύψος του 2012.
Δικαστικοί λειτουργοί με το βαθμό του προέδρου και αντιπροέδρου των ανωτάτων δικαστηρίων εισέπραξαν ποσά που κυμαίνονται από 28.000 έως 29.000 ευρώ (περίπου 28.000 αναλογούσε η δόση στον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Αθανασίου , σύμφωνα με τον βαθμό που κατείχε) ενώ αρεοπαγίτες, πρόεδροι εφετών και εφέτες εισέπραξαν από 25.000 έως 27.500 ευρώ, σε κάθε δόση.
Η νέα εγγραφή στο Γενικό Λογιστήριο έχει ήδη προβλεφθεί στο Μεσοπρόθεσμο 2015-2018 και όπως είχε αποκαλύψει, με ιδιαίτερη ικανοποίηση , στους συναδέλφους της η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Βασιλική Θάνου οι δικαστές πέτυχαν:
«Αύξηση των δαπανών για την καταβολή διαφορών στους εν ενεργεία και συνταξιούχους δικαστικούς επί των αποδοχών και συντάξεων που τους περικόπηκαν το 2012. (τα ποσά που εντάσσονται είναι 52 εκατομμύρια ευρώ ετησίως και για το 2014 είναι 72 εκατομμύρια).
Και αναλύει ακριβώς πως θα εισπράξουν τα ποσά οι δικαστικοί λειτουργοί:
«Η πρώτη καταβολή θα πραγματοποιηθεί εντός του Ιουνίου, οπότε θα καταβληθεί (εφάπαξ) η διαφορά μισθού μας για το πρώτο εξάμηνο του 2014 και το πεντάμηνο του 2012. Από τον Ιούλιο του 2014 και εντεύθεν θα καταβάλλεται ο νέος μισθός».
Η μόνη παραχώρηση που φαίνεται πως θα κάνουν οι δικαστές αποκαλύπτεται στην ίδια ανακοίνωση όπου αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η καταβολή για το 2013 θα γίνει με διακανονισμό, μετά από νέα συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικώ».
Σημειώνεται ότι για τα αναδρομικά προβλέπεται: «Η παροχή αυτή φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου 25%, δεν υπόκειται σε καμία άλλη κράτηση και είναι ανεξάρτητη από το εκάστοτε ισχύον ειδικό μισθολόγιο των δικαστικών λειτουργών.
Η καταβολή της ανωτέρω παροχής ουδεμία αξίωση μπορεί να δημιουργήσει σε βάρος των ασφαλιστικών οργανισμών επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας».
Η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Θάνου σε ανακοίνωση που απέστειλε στους δικαστές παραμονές των εκλογών στην Ένωση, όπου κυριολεκτικά θριάμβευσε, πανηγυρίζει για την «επιτυχή έκβαση ως προς την αποκατάσταση του Μισθολογίου και μάλιστα μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο». Και παραδέχεται ότι αυτό επετεύχθη «μέσα σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση».
Σε παλαιότερη ανακοίνωση η κ. Θάνου αποδίδει την αποκατάσταση των μισθών των δικαστών «στη σωστή διαχείριση του όλου ζητήματος (έντονες κινητοποιήσεις- κατάθεση ομαδικών προσφυγών- σύντομος προσδιορισμός δικασίμου – αξιοποίηση της θετικής απόφασης του Μισθοδικείου – πλήρης εφαρμογή της απόφασης από την κυβέρνηση με γενική ρύθμιση ως προς όλους του δικαστικούς λειτουργούς) ».
Και ενώ οι δικαστές εισπράττουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ , ο Αρειος Πάγος με αφορμή την αίτηση του υπουργείου Οικονομικών για αναστολή της επαναπρόσληψης των καθαριστριών του υπουργείου επικαλείται το δημόσιο συμφέρον σε μία δυσχερή οικονομική κατάσταση της χώρας. Προϋποθέσεις που φαίνεται πως δεν ισχύουν για τους ίδιους.
Συγκεκριμένα η απόφαση για τις καθαρίστριες στηρίχθηκε κυρίως στην άποψη ότι «η διασφάλιση της συνέχειας της οικονομικής πολιτικής του κράτους κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου με έκτακτες δημοσιονομικές δυσχέρειες εθνικού επιπέδου αποτελεί μείζον αγαθό, συνδεόμενο με το γενικό συμφέρον, σε σχέση με το ατομικό συμφέρον κάθε μιας καθαρίστριας, να διαταραχθεί η οργανική της θέση και να εξακολουθήσουν να απασχολούνται σε αυτή αμειβόμενη όπως και πριν».
Ωστόσο οι αποφάσεις με τις οποίες αποκαθίστανται πλήρως οι αμοιβές των δικαστών προκαλούν σοβαρά ερωτηματικά καθώς το ΔΝΤ στη τελευταία του έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «δεν περιμένουμε πια αρνητικές αποφάσεις σχετικά με ειδικά μισθολόγια ή εισφορές επί των ακινήτων. Παρ’όλα αυτά, εάν υπάρξουν τέτοιες αποφάσεις, έχουμε δεσμευτεί για τη λήψη μέτρων συμψηφισμού».
Η αναφορά αυτή από μερίδα δικαστών καταγγέλλεται ως απαράδεκτη παρέμβαση του ΔΝΤ στην λειτουργία της Δικαιοσύνης ενώ από άλλους θεωρείται προσυμφωνημένη απόφαση μεταξύ δικαστών και κυβέρνησης προκειμένου να απορρίπτονται αιτήματα κλάδων εργαζομένων που θα επιβάρυναν και θα ανέτρεπαν τις μνημονιακές μας δεσμεύσεις.
Τέλος συζήτησης
Τζωρτζια Κοντράρου