Τέσσερα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν αυτή την 8η ημέρα του Φλεβάρη, η οποία πληγώνει τη χώρα μας, θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη μας.
8 Φεβρουαρίου 1972: Πεθαίνει ο Μάρκος Βαμβακάρης
Ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες μουσικούς του ρεμπέτικου τραγουδιού. Καθιέρωσε μάλιστα την ορχήστρα με μπουζούκια και μπαγλαμάδες. Τα ηχογραφημένα τραγούδια του υπερβαίνουν τα 200, ενώ στην πλειονότητά τους ηχογραφήθηκαν σε δίσκους 78 στροφών μεταξύ του 1933 και του 1956. Γεννήθηκε στη Σύρο στις 10 Μαΐου 1905 και ήταν ο πρωτότοκος γιος της οικογένειάς του -ακολούθησαν 5 ακόμα παιδιά.
Ήταν τόσο δημοφιλής που στη μια από τις τρεις φορές που επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη και έδωσε συναυλία μαζεύτηκε για να τον ακούσει 50.000 κόσμος, στην πλατεία του Λευκού Πύργου. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου ερμηνεύει τραγούδια δικά του και του Σπύρου Περιστέρη, με στίχους προσαρμοσμένους στο ελληνοϊταλικό έπος («Γεια σας φανταράκια μας», «Το όνειρο του Μπενίτο» κ.ά.). Το 1942 παντρεύεται για δεύτερη φορά, την Ευαγγελία, με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Το 1954 αρρώστησε με βαριά αρθρίτιδα και σταμάτησε να παίζει. Όταν θέλησε να επιστρέψει στο πάλκο, όλοι τον είχαν ξεχάσει. Οι δισκογραφικές εταιρείες δεν τον ήθελαν για ηχογραφήσεις και τα μεγάλα νυχτερινά κέντρα αρνούνταν να συνεργαστούν μαζί του. Το 1960, όταν μετά από πρωτοβουλία του Τσιτσάνη η δισκογραφική εταιρεία Columbia αποφασίζει να κυκλοφορήσει παλιά και καινούρια τραγούδια του τραγουδισμένα από τον ίδιο και από καλλιτέχνες όπως ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και η Καίτη Γκρέι, η Άντζελα Γκρέκα, σηματοδοτεί τη «δεύτερη καριέρα» του. Ο Μάρκος Βαμβακάρης πέθανε στις 8 Φεβρουαρίου του 1972, σε ηλικία 66 ετών, από νεφρική ανεπάρκεια που προκλήθηκε από σακχαρώδη διαβήτη.
8 Φεβρουαρίου 1980: «Φεύγει» ο Νίκος Ξυλούρης
Ύστερα από άνιση μάχη με τον καρκίνο επί ένα χρόνο, φεύγει από τη ζωή, σε ηλικία μόλις 43 ετών, ο μεγάλος Κρητικός λυράρης και τραγουδιστής Νίκος Ξυλούρης.
Γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στα Ανώγεια Μυλοποτάμου της Κρήτης, από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης.
Στα 17 του μετακόμισε στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο «Κάστρο». Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν όπως τα περίμενε, γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη «μόδα» της ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδά του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές.
Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη στις 21 Μαΐου του 1958, παντρεύτηκαν και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.
Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο, με τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά». Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του, Γιώργος, και το 1966 η κόρη του, Ρηνιώ. Τη χρονιά γέννησης της κόρης του κέρδισε το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ μουσικής του Σαν Ρέμο.
Από κει και μετά η εξέλιξή του ήταν αλματώδης. Μετακόμισε στην Αθήνα και πολύ σύντομα έγινε γνωστός στο πανελλήνιο με την εκπληκτική φωνή του. Στο απόγειο της καριέρας του, όμως, ο «Αρχάγγελος της Κρήτης» διαγνώσθηκε με καρκίνο στον εγκέφαλο. Έπειτα από πολύμηνη μάχη με την επάρατη νόσο, με πολλές εγχειρήσεις, μεγάλη ταλαιπωρία και πόνο, πεθαίνει στις 8 Φεβρουαρίου 1980, στο Νοσοκομείο Πειραιά.
Ο Νίκος Ξυλούρης σημάδεψε με τη φωνή του και το ήθος του δύο γενιές ανθρώπων, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Είναι ενταφιασμένος στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
8 Φεβρουαρίου 1981: Τραγωδία της Θύρας 7
Τριάντα τέσσερα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την ημέρα που έμελλε να γραφτεί με μελανά γράμματα στην ιστορία του Ολυμπιακού και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η ημέρα που η ανείπωτη χαρά μετατράπηκε σε βαθιά θλίψη και η συντριπτική νίκη των «ερυθρολεύκων» επί της ΑΕΚ με 6-0 βάφτηκε με το αίμα των φιλάθλων.
Ηταν 8 Φεβρουαρίου 1981 στο Στάδιο Καραϊσκάκη. Ο διαιτητής έχει σφυρίξει τη λήξη του αγώνα ανάμεσα στον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ, με τους «ερυθρόλευκους» να επικρατούν με το θριαμβευτικό 6-0, χάρη στα γκολ των Μάικ Γαλάκου (3), Κώστα Ορφανού, Νίκου Βαμβακούλα και Βαγγέλη Κουσουλάκη.
Όπως ήταν φυσικό, οι πανηγυρισμοί των οπαδών ήταν ξέφρενοι. Κατεβαίνοντας τις σκάλες της Θύρας 7, ένας οπαδός γλιστράει και πέφτει, φτάνοντας μέχρι την πόρτα, η οποία ήταν ακόμα κλειστή εμποδίζοντας την έξοδο. Έτσι, οι φίλαθλοι πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς να ξέρουν τι συμβαίνει μπροστά. Αυτοί που προπορεύονται προσπαθούν να φωνάξουν στους πίσω τι συμβαίνει, αλλά η φασαρία είναι τέτοια που δεν ακούγεται τίποτα, ενώ μπροστά επικρατεί συνωστισμός.
Οι αστυνομικοί που φτάνουν λίγο αργότερα σπάνε την πόρτα, αλλά ήδη 19 άτομα είχαν χάσει τη ζωή τους. Την ίδια ημέρα θα ξεψυχήσει ακόμη ένας στο Τζάνειο Νοσοκομείο του Πειραιά, ενώ έξι μήνες μετά θα προστεθεί ακόμη ένας στον τραγικό κατάλογο των 21 νεκρών.
Ο κατάλογος των νεκρών της 8ης Φεβρουαρίου 1981
Παναγιώτης Τουμανίδης (14 ετών)
Κώστας Σκλαβούνης (16)
Ηλίας Παναγούλης (17)
Γεράσιμος Αμίτσης (18 -οπαδός της ΑΕΚ)
Γιάννης Κανελλόπουλος (18)
Σπύρος Λεωνιδάκης (18)
Γιάννης Σπηλιόπουλος (19)
Νίκος Φίλος (19)
Γιάννης Διαλυνάς (20)
Βασίλης Μάχας (20)
Ευστράτιος Πούπος (20)
Μιχάλης Κωστόπουλος (21)
Ζωγραφούλα Χαϊρατίδου (23)
Σπύρος Ανδριώτης (24)
Κώστας Καρανικόλας (26)
Μιχάλης Μάρκου (27)
Κώστας Μπίλας (28 ετών)
Αναστάσιος Πιτσόλης (30)
Αντώνης Κουρουπάκης (34)
Χρήστος Χατζηγεωργίου (34)
Δημήτριος Αδαμόπουλος (40)
8 Φεβρουαρίου 1991: Η αεροπορική τραγωδία με το C-130
Την Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 1991 μεταγωγικό αεροσκάφος τύπου C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας απογειώνεται από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας με προορισμό τη Νέα Αγχίαλο. Είκοσι λεπτά μετά την απογείωση το στίγμα του αεροσκάφους χάνεται από το ραντάρ.
Την Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου, έπειτα από τρεις ημέρες έρευνας, στρατιωτικό ελικόπτερο που συμμετείχε στις έρευνες αναγνωρίζει τα συντρίμμια του C-130 στην κορυφή του όρους Όθρυς, σε υψόμετρο 1.520 μέτρων. Κανένας από τους 63 αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και σμηνίτες δεν επέζησε από την πρόσκρουση.
Το μοιραίο αεροσκάφους της Π.Α. είχε απογειωθεί στο πλαίσιο διατεταγμένης αποστολής που είχε σχέση με την εμπλοκή της χώρας μας στα γεγονότα του Περσικού Κόλπου. Ο προορισμός του ήταν η Κρήτη, αλλά έπρεπε πρώτα να πάρει προσωπικό από την 111 ΠΜ (Αγχίαλος) που στη συνέχεια θα το μετέφερε στην 115 ΠΜ (Χανιά) και στο Τυμπάκι. Το αεροσκάφος βρισκόταν περίπου 38 χιλιόμετρα από την Αγχίαλο, όταν ξαφνικά χάθηκε από το ραντάρ, χωρίς προηγουμένως να έχει αναφερθεί κάποιο πρόβλημα από τον κυβερνήτη.
Είχε αρχίσει η διαδικασία προσγείωσης διά οργάνων, λόγω χαμηλής νέφωσης και κακοκαιρίας που επικρατούσε στην περιοχή, αλλά δεν προσγειώθηκε ποτέ.
Οκτώ αεροσκάφη F-16, δύο C-130, δύο πυροσβεστικά CL-215, δύο ελικόπτερα Σινούκ, ελικόπτερα του Ναυτικού και αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας άρχισαν να ερευνούν την περιοχή όπου είχε χαθεί το αεροσκάφος.
Παράλληλα μεγάλες δυνάμεις καταδρομών και πεζοναυτών άρχισαν να «χτενίζουν» τα πιθανά σημεία πτώσης του, ψάχνοντας κυρίως πάνω από τη νοητή γραμμή της πορείας που θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει.
Όμως παρά την τεράστια κινητοποίηση, ο εντοπισμός των συντριμμιών του C-130 έγινε ύστερα από τέσσερις ημέρες, στις 8 Φεβρουαρίου, στο όρος Όθρυς, περίπου 60 χιλιόμετρα μακριά από το σημείο που θα έπρεπε κανονικά να βρίσκεται και σε λάθος γωνία 63 μοίρες. Τα αίτια του πολύνεκρου αεροπορικού δυστυχήματος δεν έγιναν ποτέ γνωστά.