Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

Τα ακρωτηριασμένα Γλυπτά και το δύσκολο παζλ «επανένωσης»

Η περιπέτεια των Γλυπτών του Παρθενώνα ξεκινά από το 1799, όταν ο Βρετανός διπλωμάτης και πρεσβευτής της Βρετανίας στην οθωμανική Κωνσταντινούπολη Τόμας Μπρους, 7ος κόμης του Έλγιν, εφοδιασμένος με ένα αμφισβητούμενο φιρμάνι του καϊμακάμη (ανώτερου διοικητικού υπαλλήλου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) Σεγούτ Αβδουλάχ, που του επέτρεπε την αφαίρεση λίθων ενεπίγραφων ή γλυπτών από την Ακρόπολη, ζητά από τα συνεργεία του να αφαιρέσουν (κόβοντας με πριόνια) από τον Παρθενώνα πολυάριθμα Γλυπτά προκαλώντας τους σημαντικές ζημιές.

Του Νίκου Βασιλειάδη 
Βέβαια ο μόνος αρμόδιος που μπορούσε να επιτρέψει τέτοιες εργασίες στον Έλγιν ήταν ο ίδιος σουλτάνος. Όμως τέτοιο φιρμάνι δεν δόθηκε ποτέ από τον σουλτάνο στον Έλγιν.
Παρανόμως λοιπόν ο Άγγλος ευγενής φορτώνει συνολικά 96 ακέραια ή ακρωτηριασμένα Γλυπτά από την Ακρόπολη στο ιδιόκτητο πλοίο του, ιστιοφόρο «Μέντωρ», το οποίο όμως ναυάγησε στον Αβλέμονα των Κυθήρων και ο ανυπολόγιστος θησαυρός του Παρθενώνα κατέληξε στον βυθό της θάλασσας.
Ο Έλγιν όμως δεν ήθελε να φύγει χωρίς την λεία του και επιστράτευσε τους καλύτερους βουτηχτές της Καλύμνου για να τα ανελκύσει. Μετά από τρία χρόνια επίπονων εργασιών, το 1806 κατάφερε τελικά να οδηγήσει τα κλεμμένα στην πατρίδα του.
Το 1816 η αγγλική κυβέρνηση, με απόφαση του βρετανικού Κοινοβουλίου (στην οποία συνεδρίαση αποκαλύφθηκε η παράνομη κτήση τους), αγοράζει τα Γλυπτά από τον Έλγιν και τα παραχωρεί στο Βρετανικό Μουσείο.
Το 1936 τοποθετούνται στην έκθεση Duveen, η οποία δημιουργήθηκε για την προβολή και την έκθεση των Γλυπτών και έκτοτε αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα εκθέματα του μουσείου αλλά και ένα διπλωματικό αγκάθι στις σχέσεις της Ελλάδας με το Βρετανικό Μουσείο και κατ’ επέκταση με το βρετανικό κράτος.

Αντιδράσεις

Από την πρώτη στιγμή της αφαίρεσης των Γλυπτών του μνημείου άρχισαν οι αντιδράσεις για την κλοπή τους, αφού αμέσως μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους ξεκίνησε το αναστηλωτικό πρόγραμμα του Παρθενώνα και το μνημείο έγινε εθνικό σύμβολο.
Το 1842 «κηρύχθηκε» από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή, γραμματέα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, η πρώτη επίσημη αιτίαση της Ελλάδας κατά του Έλγιν και διατυπώθηκε η προσδοκία επιστροφής των διαρπαχθέντων Γλυπτών. Το αίτημα επαναλήφθηκε το 1924, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τον θάνατο του λόρδου Βύρωνα.
Το 1961 ο δήμαρχος της Αθήνας Άγγελος Τσουκαλάς, ένας από τους συνηγόρους υπεράσπισης του Νίκου Μπελογιάννη στην πολύκροτη δίκη, αλλά και η Ακαδημία Αθηνών ζήτησαν από την Αγγλία τον επαναπατρισμό των Γλυπτών.

Ο αγώνας της Μελίνας

Το 1982 αποτέλεσε έτος – σταθμό για το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, καθώς στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO για την Πολιτιστική Πολιτική στο Μεξικό, η τότε υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών Μελίνα Μερκούρη προέβαλε το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.
Η ελληνική αντιπροσωπεία τότε υπέβαλε σχέδιο σύστασης υπέρ της επιστροφής του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα στην Ελλάδα, που υπερψηφίστηκε με 56 ψήφους υπέρ, 12 κατά και 24 αποχές.
Η ομιλία της στη Διάσκεψη των υπουργών Πολιτισμού έμεινε στην Ιστορία και ακόμη και σήμερα συγκινεί όποιον τη διαβάσει ή την ακούσει. Έλεγε τότε, γεμίζοντας με υπερηφάνεια κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδα, τι σημαίνουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα για τη χώρα μας: «… πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για εμάς. Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας … Λέμε στη βρετανική κυβέρνηση. Κρατήσατε αυτά τα Γλυπτά για σχεδόν δύο αιώνες. Τα φροντίσατε όσο καλύτερα μπορούσατε, γεγονός για το οποίο και σας ευχαριστούμε. Όμως τώρα στο όνομα της δικαιοσύνης και της ηθικής, παρακαλώ δώστε τα πίσω».
Τον Οκτώβριο του 1984 η Ελλάδα υπέβαλε επίσημο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και τον Απρίλιο του ίδιου έτους η βρετανική πλευρά απέρριψε το ελληνικό αίτημα.
Το ίδιο έτος, επίσης, η Ελλάδα κατέθεσε επίσημο αίτημα στην UNESCO, το οποίο ενεγράφη στην ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσής τους ή την απόδοσή τους σε περίπτωση παράνομης κτήσης.

Στην UNESCO

Από το 1987 το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα έχει ενταχθεί στην επίσημη ατζέντα των θεμάτων της UNESCO, συζητείται ανά διετία στις συνεδριάσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής και κάθε φορά υιοθετείται σύσταση (συνολικά 17 συστάσεις) από τα κράτη-μέλη για την προώθηση του ζητήματος.
Η σημαντικότερη αλλαγή στη μέχρι σήμερα πολιτική της UNESCO για την επιστροφή των Γλυπτών έγινε τον Σεπτέμβριο του 2021, όταν στις εργασίες της 22ης Συνόδου της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO η Επιτροπή για πρώτη φορά πέραν της σύστασης, την οποία παγίως υιοθετούσε για το θέμα -κάνοντας μάλιστα αναφορά στις κακές συνθήκες έκθεσης των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο-, ψήφισε ομόφωνα ένα επιπλέον κείμενο που αποτελεί απόφαση (Decision 22 COM 17) αποκλειστικά στοχευμένη στο ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Η Επιτροπή καλούσε επιτακτικά το Ηνωμένο Βασίλειο να αναθεωρήσει τη στάση του και να συνομιλήσει με την Ελλάδα αναγνωρίζοντας ότι το θέμα έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα -σε αντίθεση με τα όσα υποστήριζε η βρετανική πλευρά ότι η υπόθεση αφορά το Βρετανικό Μουσείο- και κυρίως τόνιζε ότι η Ελλάδα διεκδικεί δικαίως και νομίμως την επιστροφή των Γλυπτών στη γενέθλια γη.
Η απόφαση αυτή, για όσους γνωρίζουν τις διαδικασίες της Επιτροπής της UNESCO, αναβάθμισε το ζήτημα από ένα θέμα που αφορά ένα μουσείο και ένα κράτος σε ένα ζήτημα που αφορά δύο κράτη, κάτι που προσπαθούσε για χρόνια να αποφύγει το Βρετανικό Μουσείο.
Η πάγια ελληνική επιχειρηματολογία ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα έχουν τη θέση τους στο σύγχρονο Μουσείο Ακρόπολης εμπλουτίστηκε με το αντεπιχείρημα της Ελλάδας στην αιτίαση των Βρετανών πως το Βρετανικό Μουσείο είναι διεθνές και ένας από τους μεγαλύτερους δανειστές αρχαίων αντικειμένων στον κόσμο και είναι αποφασισμένο να παίξει τον δικό του ρόλο στην προβολή της αξίας της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς, πως «Εάν ένα μουσείο θέλει να υπερηφανεύεται ότι είναι παγκόσμιο ή εγκυκλοπαιδικό πρέπει να εκπροσωπεί και το ανάλογο ήθος. Δεν μπορεί να το κάνει αυτό με κανενός είδους αποσπάσεις από μνημεία που είναι οικουμενικά σύμβολα, όπως ο Παρθενώνας».
Η συγκεκριμένη απόφαση έβαλε ένα επιπλέον λιθαράκι στο ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών, με την έννοια ότι κράτησε το ζήτημα στη δημοσιότητα αλλά και αύξησε τη διεθνή πίεση, αφού επί της ουσίας τα κράτη λένε στη Βρετανία ότι μέχρι σήμερα δεν έχει μπει σε ουσιαστικό και καλόπιστο διάλογο με την Ελλάδα για την επίλυση του ζητήματος, ενός ζητήματος που είχε και πολλούς υποστηρικτές στη Βρετανία κυρίως χάρη στο έργο της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Μάλιστα, στα δέκατα γενέθλια του Μουσείου Ακρόπολης το βρετανικό λόμπι για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα διαμαρτυρήθηκε για την «κατοχή» τους από το Βρετανικό Μουσείο διοργανώνοντας μια πρωτοφανή στα χρονικά μουσική διαδήλωση μέσα στο ίδρυμα που τα στεγάζει, όπου η Ελληνίδα τραγουδοποιός Hellena ερμήνευσε το τραγούδι της «The Parthenon Marbles (bring them back)» στην Αίθουσα Ντουβίν του λονδρέζικου μουσείου, παρουσία εκατοντάδων επισκεπτών. Την ίδια στιγμή ο Guardian δημοσίευε ένα διθυραμβικό κείμενο για την επιστροφή των Γλυπτών με τίτλο: «Προϊόν κλοπής: Η Ελλάδα ωθεί το Ηνωμένο Βασίλειο να επιστρέψει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα».

Οι προσπάθειες Μητσοτάκη

Κάπως έτσι φτάσαμε στο 2021 και στην πρόσφατη επίσκεψη -την πρώτη ηγέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το Brexit στην Αγγλία- του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Λονδίνο, όπου η επιστροφή των Γλυπτών ήταν και ένα από τα βασικότερα θέματα των συζητήσεών του με τον τότε Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον.
Και όχι αδίκως, αφού ο Μπόρις Τζόνσον στο παρελθόν υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα, έχοντας μάλιστα προσκαλέσει τη Μελίνα Μερκούρη στο πλαίσιο της εκστρατείας της προκειμένου να μιλήσει για το συγκεκριμένο θέμα στην Οξφόρδη το 1986.
Βέβαια από το 1986 μέχρι το 2021 ο ενθουσιώδης υπέρμαχος της ιδέας για την επανένωση των Γλυπτών Μπόρις Τζόνσον είχε μετατραπεί στον σοβαρό Βρετανό πρωθυπουργό που δήλωνε πως «Κατανοώ τα έντονα συναισθήματα του ελληνικού λαού -και μάλιστα του πρωθυπουργού Μητσοτάκη- για το θέμα, αλλά η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει μια σταθερή, μακροχρόνια θέση με τα Γλυπτά, η οποία έγκειται στο ότι αποκτήθηκαν νόμιμα από τον Λόρδο Έλγιν, σύμφωνα με τους νόμους της εποχής, και ανήκουν νόμιμα στους διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου από την απόκτησή τους».
Όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός αποφασισμένος να διεκδικήσει με το ίδιο πάθος τον άσβεστο πόθο όλων των Ελλήνων δεν σταμάτησε ποτέ να μιλά γι’ αυτά, θυμίζοντας σε κάθε ευκαιρία από τον Τζόνσον μέχρι τον Σούνακ πως οι Βρετανοί πρέπει να θυμηθούν όσα έγραφε o στενός φίλος του Λόρδου Βύρωνα, συνοδοιπόρος του στην Ελλάδα, Τζον Χόμπχαουζ. Τότε που τον πλησίασε ένας ηλικιωμένος, καρδιοπαθής Έλληνας και με δάκρυα στα μάτια του είπε: «Παίρνετε τους θησαυρούς μας. Σας παρακαλώ, να τους φυλάξετε καλά. Μια μέρα θα τους ζητήσουμε πίσω».

Όπως δημοσιεύθηκε στην “ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ” που κυκλοφορεί 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ