Η πίεση προς την Βρετανία να επιστρέψει τα «Μπρούτζινα του Μπενίν» στη Νιγηρία αναμένεται να αυξηθεί μετά την αποκάλυψη καταδικαστικών στοιχείων ότι ο τότε πρωθυπουργός κάλυψε έναν βιασμό και άλλες φρικαλεότητες που διέπραξε ένας από τους αξιωματούχους του στην περιοχή.
Αδημοσίευτα, προηγουμένως, έγγραφα του υπουργείου Εξωτερικών αποκαλύπτουν ότι ο λόρδος Σάλσμπερι απέτυχε να λάβει μέτρα κατά του προξένου Τζορτζ Άνσλι, αφού διάβασε αναφορές περί κακοποίησης και βίας. Ο αξιωματούχος άρπαξε μια ντόπια γυναίκα εν ονόματι Ekang, με τους στρατιώτες του να της επιτίθενται, μέχρι εκείνος να διατάξει επιδρομές κατά τις οποίες πυροβολήθηκαν γυναίκες και παιδιά.
Ο τότε πρωθυπουργός έγραψε σημείωμα για τις φρικαλεότητες του Άνσλι, γράφοντας «πολύ κακό πράγματι». Αλλά άνδρας, γιος ενός αξιωματούχου του Φόρεϊν Όφις, αποσύρθηκε ήσυχα, αποφεύγοντας οποιοδήποτε δημόσιο σκάνδαλο.
Τα έγγραφα ανακαλύφθηκαν στα αρχεία του Φόρεϊν Όφις από τον ιστορικό Πάντι Ντότσερτι, ο οποίος τα περιέγραψε ως «αδιάψευστα στοιχεία ότι ο πρωθυπουργός Λόρδος Σάλσμπερι επέβλεπε τη συγκάλυψη των αποτρόπαιων εγκλημάτων του Άνσλι». Είπε στον Observer: «Είναι πραγματικά σοκαριστικό».
Όπως είπε, ο Σάλσμπερι ήταν μια ηγετική προσωπικότητα των Συντηρητικών που αντιπροσώπευε «το σημάδι της βρετανικής αυτοκρατορίας», της οποίας η υπεράσπιση ήταν «προφανώς πολύ πιο σημαντική για αυτόν από οποιαδήποτε ιδέα δικαιοσύνης».
Ο ιστορικός Ντότσερτι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βρετανική Αυτοκρατορία, εκπλήσσεται που αυτά τα έγγραφα είχαν περάσει απαρατήρητα μέχρι τώρα. Υποστηρίζει ότι οι αποκαλύψεις τους καταρρίπτουν κάθε ηθικό επιχείρημα για το ότι η Βρετανία διατηρεί μερικές από τις σπουδαιότερες τέχνες της Αφρικής. Το 1897, αφού Βρετανοί αξιωματικοί του στρατού και άλλοι έπεσαν σε ενέδρα και σκοτώθηκαν από ντόπιους στρατιώτες, τα βρετανικά στρατεύματα πήραν εκδίκηση, εξορίζοντας τον βασιλιά και λεηλατώντας θησαυρούς που είναι πλέον διάσπαρτοι σε όλο τον κόσμο.
Ο Ντότσερτι είπε ότι, ενώ η Εκστρατεία Τιμωρίας του Μπενίν συχνά παρουσιάζεται ως «δικαιολογημένη», στοιχεία στα αρχεία του Φόρεϊν Όφις αποδεικνύουν ότι η εισβολή σχεδιαζόταν για χρόνια. Οι ανακαλύψεις του Ντότσερτι θα συμπεριληφθούν στο προσεχές βιβλίο του, Blood and Bronze: The British Empire and the Sack of Benin, που θα εκδοθεί από τους Publishers Hurst τον Δεκέμβριο.
Τα έγγραφα περιλαμβάνουν μια επιστολή από το 1891 που στάλθηκε στον πρωθυπουργό από τον Τζορτζ Τέρνερ, έναν άνδρα από την Σιέρα Λεόνε που εργαζόταν ως υπάλληλος στο προξενείο, ο οποίος έγραψε ότι Ο Άνσλι «θα φυλάκιζε όλους όσους τον αντιπαθούσαν».
Ο Τέρνερ βρέθηκε αλυσοδεμένος σε μια σιδερένια κολόνα επειδή τον είχε εκνευρίσει τη νύχτα του βιασμού. Ο Άνσλι έφερε την Ekang στο προξενείο και ο Τέρνερ άκουσε έναν λοχία να ανακοινώνει: «Ο πρόξενος λέει, όποιος έχει θέλει να συνεβρεθούν με μια γυναίκα πρέπει να ανέβει πάνω». Ο Τέρνερ είπε επίσης ότι άκουσε «το καημένο να σέρνεται κάτω από τις σκάλες, κλαίγοντας γοερά». «Οι στρατιώτες κατέβηκαν και το έκαναν θέμα συζήτησης και γελούσαν πώς αυτοί έκαναν με την Ekang, με τον ίδιο τον πρόξενο να κρατάει κάτω».
Ο Ντότσερτι βρήκε επίσης ένορκες μαρτυρίες για άλλες φρικαλεότητες. Ο Άρτσιμπονγκ, ο βασιλιάς του Καλαμπάρ, δήλωσε: «Το σπίτι μου διέρρηξαν οι στρατιώτες του προξένου Άνσλι. Οι γυναίκες μου και οι υπηρέτριες μου ξυλοκοπήθηκαν».
Τα έγγραφα δείχνουν ότι ο Ταγματάρχης Σερ Claude MacDonald, ο οποίος ανέλαβε τη βρετανική διοίκηση στο Δέλτα του Νίγηρα το 1891, αντιτάχθηκε στη συμπεριφορά της Άνσλι και ζήτησε από έναν συνάδελφό του να λάβει ένορκες καταθέσεις, συμπεριλαμβανομένου της Ekang. Σε μια εσωτερική επιστολή, ο MacDonald κατέληξε: «O πρόξενος Άνσλι φαίνεται να ενήργησε με τον πιο άδικο, σκληρό και αδικαιολόγητο τρόπο».
Ο Νταν Χικς, συγγραφέας του βιβλίου The Brutish Museums: The Benin Bronzes, Colonial Violence and Cultural Restitution, είναι επιμελητής στο Μουσείο Pitt Rivers της Οξφόρδης, το οποίο κρατά περίπου 150 αντικείμενα του Μπενίν που πιστεύει ότι πρέπει να επιστραφούν. Την περασμένη εβδομάδα, δημοσίευσε μια έκθεση που εισάγει κατευθυντήριες αρχές για τη διαφάνεια σχετικά με αυτές τις συλλογές.
Ακούγοντας τις τελευταίες αποκαλύψεις, είπε: «Όλο και περισσότερο, μαθαίνουμε για την βαρβαρότητα των Ευρωπαίων στην Αφρική σε αυτές τις περιόδους. Αυτή η λεπτομέρεια που επισημαίνεται στο αρχείο είναι προφανώς συγκλονιστική».
Το Βρετανικό Μουσείο αναφέρει: «Η καταστροφή και η λεηλασία που προκλήθηκαν στην πόλη του Μπενίν κατά τη διάρκεια της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής το 1897 αναγνωρίζεται πλήρως από το Μουσείο και οι συνθήκες γύρω από την απόκτηση αντικειμένων του Μπενίν εξηγούνται στους πίνακες των γκαλερί και στον ιστότοπο του μουσείου».
Να σημειωθεί ότι το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ επέστρεψε κλεμμένο αγαλματίδιο στη Νιγηρία και είναι ο πρώτος βρετανικός θεσμός που επιστρέφει ένα αντικείμενο το οποίο αποσπάστηκε σε λεηλασίες κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατικής περιόδου. Το έργο τέχνης, που δώρισε στο πανεπιστήμιο ένας Βρετανός στρατιώτης, είναι ένα από τα εκατοντάδες γλυπτά, χαρακτικά και μπρούτζινα αντικείμενα που λεηλατήθηκαν το 1897 από το βασίλειο του Μπενίν, μια περιοχή που σήμερα αντιστοιχεί στη νοτιοδυτική Νιγηρία.
Πληροφορίες : Guardian/ LIFO
Διαβάστε ακόμη
Μητσοτάκης για Γλυπτά του Παρθενώνα: Ο Μπόρις Τζόνσον να αδράξει την ευκαιρία για την επιστροφή τους
Γλυπτά του Παρθενώνα – Υπέρ της επιστροφής τους η βρετανική κοινή γνώμη