Της ΤΖΕΝΗΣ ΜΑΡΚΟΥ
Καταπέλτης είναι για την Ειρήνη Μουρτζούκου ο θείος της, ο οποίος ανέφερε περιστατικά από τη ζωή της για τα οποία ούτε ο ίδιος μπορούσε να βγάλει άκρη ως προς το τι συμβαίνει σε αυτή την κοπέλα. Επίσης αναφέρθηκε και στην εκμετάλλευση της Ειρήνης από τον πατριό της, τον οποίο περιέγραψε με μελανά χρώματα. Παράλληλα δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο «μίσος» της Ειρήνης για τη μητέρα της, η οποία είχε φθάσει στο σημείο να σκάβει εκείνη τον λάκκο για να θάψουν το εγγόνι της.
Η μαρτυρία
«Ο πατριός μεγάλωσε την Ειρήνη, μπορεί να μην είναι ο βιολογικός της πατέρας, αλλά είναι ένας άνθρωπος ο οποίος μεγάλωσε την Ειρήνη, έζησε την Ειρήνη, πήρε το όνομα του, Ειρήνη Μουρτζούκου, και βλέπω ότι ο άνθρωπος αυτός κατηγορεί την Καλλιόπη και δεν φαίνεται πουθενά λάθος, ενώ έχει μερίδιο ευθύνης και αυτός μεγάλο!
Ο πατριός της ήταν σε έναν υπολογιστή όλη μέρα, πόκερ και βιντεάκια, δεν θέλω να αναφέρω τι βιντεάκια… Ζούσαν με τα επιδόματα που έπαιρνε η Καλλιόπη Αναγνωστοπούλου, αλλά περιστασιακά δούλευε ο κ. Ιωάννης Μουρτζούκος απλά και μόνο να μαζέψει τα ένσημα να μπει ταμείο ανεργίας. Μόλις μάζευε τα ένσημα πάλι σταμάταγε, ξανά ταμείο ανεργίας, έπαιρνε την Ειρήνη ο Γιάννης και την πήγαινε στην εκκλησία και της έλεγε κατέβα στους παπάδες να ζητήσεις λεφτά είτε για φαγητό είτε για να πάρω τσιγάρα γιατί δεν έχω, στον Άγιο Νικόλα, στην Παναγία, στον Άγιο Ιωάννη, στον Άγιο Βασίλη, σε όλες τις εκκλησίες του Άργους.
Ο Γιάννης την πήγαινε με το μηχανάκι και τα έκανε αυτά, και ο Γιάννης της έδινε εντολή να ζητήσει βοήθεια οικονομική είτε σε εκκλησίες, είτε από γειτονικά πρόσωπα όπως μια θεία, η γιαγιά που έμενε δίπλα από το σπίτι τους ακριβώς που πήγαιναν συνέχεια και ζητούσαν λεφτά για να πάρει τσιγάρα ο Γιάννης, γιατί ο Γιάννης δεν πήγαινε για δουλειά.
Ο Γιάννης ανέκαθεν την Ειρήνη δεν τη μάλωνε για τίποτα, όταν λέγαμε για κάτι, πάντα την κάλυπτε στα περισσότερα πράγματα.
Μπορεί να έχει συμπάθεια στο κορίτσι, δεν το συζητάμε αυτό, δεν το ξέρουμε αυτό εμείς καν, ήταν προστατευτικός περισσότερο στην Ειρήνη παρά στα υπόλοιπα παιδιά, ίσως επειδή ήταν πιο μεγάλη η Ειρήνη, ίσως επειδή του έκανε τα κέφια η Ειρήνη».
«Δεν πιστεύω στις συμπτώσεις»
Σε ό,τι αφορά την Ειρήνη Μουρτζούκου, ο θείος της περιγράφει: «Μια έκλαιγε, μια γέλαγε, αψυχολόγητη κατάσταση, δεν μπορούσα να την ψυχολογήσω, δεν είχε θλίψη από τη μια, από την άλλη είχε θλίψη, και το είχα σχολιάσει και με τη γυναίκα μου, και της λέω ‘‘ρε ’συ, συγγνώμη, έχασε το παιδί της και χανότανε, μια ήταν στη θλίψη, μια ήταν στο γέλιο’’.
Με παίρνει τηλέφωνο, έκλαιγε, μου λέει: ‘‘Θείε, δεν μπορώ να βγάλω άκρη’’, της λέω ‘‘τι εννοείς;’’. Μου λέει: ‘‘Το Χαμόγελο του Παιδιού δεν μπορεί να βρει γραφείο, η Πρόνοια βρήκε γραφείο, αλλά δεν μπορεί να πάει το παιδί από το ‘‘Αγία Σοφία’’ στο Γουδί στο νεκροτομείο’’. Λέω ‘‘Ειρήνη, το παιδί είναι 4 μέρες στο ψυγείο, πάτε καλά;’’. Μου λέει: ‘‘Θείε, γι’ αυτό σε πήρα, δεν ξέρω τι να κάνω’’.
Την ίδια μέρα εγώ τρελάθηκα, μέχρι και στην Αστυνομία πήγα και ρώτησα αν μπορώ να πάω να το πάρω εγώ με το αμάξι μου να το πάω από το ‘‘Αγία Σοφία’’ στο Γουδί, και μου λένε: ‘‘Κύριε, αυτά απαγορεύονται, τι λέτε τώρα;’’. Τέλος πάντων, παίρνω ένα γραφείο τελετών δικό μου, αύριο το πρωί λέει θα πάω να το πάρω, και πήγε την επόμενη μέρα το πρωί ένα γραφείο που το έκλεισα εγώ και που το πλήρωσα εγώ, το πήραν από το ‘‘Αγία Σοφία’’, το πήγανε στο Γουδί, ήταν, αν δεν κάνω λάθος, Παρασκευή, και επειδή ήταν Παρασκευή θα την έκαναν τη Δευτέρα, την Τρίτη.
Την Τρίτη έκαναν τη νεκροτομή και καπάκι το πήρε το γραφείο τελετών και το πήγε το παιδί στην Αχαγιά, και έκανε εκεί την κηδεία, γιατί του είπα αφού το έκανες αυτό, κάνε την κηδεία και όλα μαζί εσύ.
Έκτοτε η Ειρήνη, αφού έγινε και τελείωσε η κηδεία, χάθηκε, εξαφανίστηκε. Από μικρή θυμάμαι να κάνει κακό στη μάνα της, δεν ήθελε τη μάνα της, το γιατί δεν το ξέρω και δεν το γνωρίζω, αλλά ήθελε από μικρή ηλικία να κάνει κακό στη μάνα της, δηλαδή ήθελε να πάει κόντρα στη μάνα της, ό,τι της έλεγε η μάνα της, το ανάποδο έκανε, εννοώντας να την κατηγορήσει στο οτιδήποτε. Η μάνα της ήταν αυτή που άνοιγε την τρύπα γιατί δεν είχαν να πληρώσουν, να ανοίξουν την τρύπα να κηδέψουν το παιδί της και έσκαβε η μάνα της για να θάψουν το παιδί της, ούτε αυτό δεν σεβάστηκε η Ειρήνη. Εμένα με έβαλε στη δουλειά μου, πήρα δανεικά για να κάνει την κηδεία του παιδιού της και μου είπε ‘‘θείε, θα σ’ τα δώσω». Δεν μου έχει δώσει ποτέ ούτε ένα ευρώ και δεν θέλω, εγώ το έκανα για το παιδάκι αυτό. Δεν θέλω να μου τα δώσει ποτέ, αλλά λέμε η κίνηση και η σκεπτική της ποια είναι.
Είμαι ένας άνθρωπος που δεν πιστεύω στις συμπτώσεις, στο ένα ήταν σύμπτωση, στο άλλο ήταν σύμπτωση, δεν μπορεί και στα πέντε να ήταν σύμπτωση».