Από το σύνολο των καταδικασθέντων δύο πήραν το δρόμο για τις φυλακές. Πρόκειται για τον 67χρονο, φερόμενο ως «εγκέφαλο» του δικτύου, κι τον άμεσο συνεργάτη του που ήταν ο εκτιμητής των αρχαίων.
Για τους υπόλοιπους, το δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τις ποινές, ενώ στις περιπτώσεις που δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις τής αναστολής, αποφασίστηκε η μετατροπή των ποινών σε χρηματικές κι έτσι αφέθηκαν ελεύθεροι.
Το κύκλωμα εξαρθρώθηκε τον περσινό Μάρτιο, μετά από γιγαντιαία αστυνομική επιχείρηση σε νομούς της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας.
Οι έρευνες των διωκτικών αρχών αποκάλυψαν έναν αρχαιολογικό θησαυρό, αποτελούμενο από 9.200 νομίσματα και αντικείμενα διαφόρων εποχών. Βασικός κατηγορούμενος για την υπόθεση ήταν ο 67χρονος συνταξιούχος εκτελωνιστής, από την Γερακαρού Θεσσαλονίκης, ο οποίος κατηγορείτο ότι είχε δημιουργήσει δίκτυο συνεργατών, μεταξύ αυτών συγγενικά του πρόσωπα, συγκεντρώνοντας, κυρίως αρχαία νομίσματα από διάφορες περιοχές της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας.
Οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους ήταν άτομα που έψαχναν παράνομα αρχαιολογικούς θησαυρούς και παρέδιδαν τα ευρήματα στο δίκτυο που είχε ‘στήσει’ ο 67χρονος.
Όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης, ο βασικός κατηγορούμενος, μεταξύ άλλων, φέρεται ότι διοχέτευε τα νομίσματα σε εξειδικευμένους οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού.
Ο 67χρονος δεν παρέστη στην ετυμηγορία του δικαστηρίου, καθώς τις τελευταίες μέρες, κι ενώ ήταν σε εξέλιξη η ακροαματική διαδικασία, επικαλέστηκε πρόβλημα υγείας και μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο της πόλης όπου νοσηλεύεται φρουρούμενος. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν απολογήθηκε, με τον συνήγορό του να υποστηρίζει κατά την αγόρευσή του, ότι ο εντολέας του παραδέχεται μόνο την κατοχή των αρχαίων.