Η παχυσαρκία πλέον, ιδιαίτερα μετά το 1997, χαρακτηρίζεται ως Παγκόσμια Επιδημία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) χαρακτήρισε την παχυσαρκία ως παγκόσμια επιδημία, εφόσον εκτίμησε ότι κατά το έτος 2008 περίπου 1,5 δισεκατομμύριο ενήλικες ήταν υπέρβαροι και τουλάχιστον 500 εκατομμύρια ήταν παχύσαρκοι, με αποτέλεσμα σχεδόν το 35% του παγκόσμιου πληθυσμού να είναι υπέρβαροι και σχεδόν το 12% παχύσαρκοι, σχεδόν δηλαδή 1 στους 2 ανθρώπους να είναι είτε υπέρβαρος είτε παχύσαρκος.
Ταξινόμηση
Υπέρβαρος ορίζεται ο ασθενής του οποίου ο δείκτης μάζας σώματος (BMI – βάρος σε Kg/ύψος στο τετράγωνο) είναι 25-29,9 Kg/m2 και παχύσαρκος ο ασθενής του οποίου το BMI είναι μεγαλύτερο από 30 Kg/m2. Υπάρχει μια περαιτέρω ταξινόμηση των παχύσαρκων: 30-34,9 παχυσαρκία βαθμού Ι, 35-39,9 παχυσαρκία βαθμού ΙΙ και >40 παχυσαρκία βαθμού ΙΙΙ ή κακοήθης παχυσαρκία. Ως γενικός όρος παχυσαρκία ορίζεται ως η κλινική κατάσταση όπου προκαλείται από υπερβολική συσσώρευση λιπώδους ιστού στο σώμα και είναι πιθανό να επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Παρότι οι ανωτέρω ορισμοί είναι ευρέως χρησιμοποιούμενοι, νεότεροι παράμετροι, όπως η μέτρηση της περιμέτρου μέσης στο ύψος του ομφαλού >102 cm στους άντρες και >88 cm στις γυναίκες, χρησιμοποιούνται ως πιο ειδικοί δείκτες για εκτίμηση της κοιλιακή παχυσαρκία, η οποία θεωρείται δυσμενέστερος προγνωστικός δείκτης ανάπτυξης ασθενειών σε σχέση με το BMI.
Παιδική Παχυσαρκία:ιδιαίτερα δε για τα παιδιά το υγιές βάρος διαφέρει ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Η παχυσαρκία στα παιδιά και τους εφήβους δεν προσδιορίζεται από έναν συγκεκριμένο αριθμό αλλά σχετίζεται με μια ομάδα αριθμών, σύμφωνα με την οποία ένα παιδί θεωρείται παχύσαρκο αν ο ΔΜΣ του βρίσκεται πάνω από το 95ο εκατοστημόριο. Αίτια παιδικής παχυσαρκίας αποτελούν οι υπερβολικές ποσότητες φαγητού (υπερσιτισμός), οι ανθυγιεινές διατροφικές επιλογές, η έλλειψη σωματικής άσκησης, η ανθυγιεινή διατροφή οικογένειας, ο ελλιπής ύπνος, η παράλειψη πρωινού γεύματος, το άγχος και στρες, οι ορμονικοί παράγοντες και βέβαια η γενετική προδιάθεση.
Η παχυσαρκία δεν είναι απλώς ένα αισθητικό θέμα, αλλά αποτελεί μια δυσλειτουργία του λιπώδους ιστού με νευροενδοκρινολογική διάσταση και πολλές απορρέουσες ή συσχετιζόμενες παθήσεις, με κυριότερη την χρόνια φλεγμονή. Τόσο σε επίπεδο Μεταβολομικής όσο και σε επίπεδο κλινικής έρευνας και κλινικής πρακτικής πλέον υπάρχει ικανός αριθμός μελετών που έχουν αποδείξει αυξημένο κίνδυνο για αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, στεφανιαία νόσο, υπερλιπιδαιμία, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και τις επιπλοκές της (οισοφάγος Βarrett, αδενοκαρκίνωμα οισοφάγου, διαβρωτική οισοφαγίτιδα), υπνοαπνοϊκό σύνδρομο, χολολιθίαση, συγκεκριμένες μορφές καρκίνου (εντέρου, μαστού, ενδομητρίου), μη αλκοολική λιπώδη διήθηση ήπατος και τις επιπλοκές της (κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα), οστεοαρθρίτιδα, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και υπογονιμότητα, και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο με τη χαμηλή αυτοεκτίμηση του παχύσαρκου, τη συνοδό κατάθλιψη και τον κοινωνικό στιγματισμό, τότε γίνεται αντιληπτό ότι το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο και η επίλυσή του καθόλου απλή. Όλες οι προαναφερθέντες νοσηρότητες συμβάλουν στην πολύ ανεπτυγμένη θνησιμότητα που εμφανίζεται στην παχυσαρκία. Ο κίνδυνος θνησιμότητας σε άτομα με ΔΜΣ πάνω από 32 kg/m2 έχει συσχετιστεί με διπλάσιο ποσοστό θνησιμότητας, ενώ κατά μέσο όρο η παχυσαρκία μειώνει το προσδόκιμο χρόνο ζωής, κατά έξι με δέκα χρόνια
Αιτιολογία της Παχυσαρκίας
Αρχίζοντας από το 1980, η αύξηση της παχυσαρκίας συνέπεσε με μια αντίστοιχη έκρηξη στην χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, την αυξημένη τηλεθέαση, τη χρήση ιδιωτικού αυτοκινήτου και όχι της δημόσιας συγκοινωνίας, την αστικοποίηση και τη διαμόρφωση μη φιλικών στο περπάτημα πόλεων. Η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας με την παράλληλη αυξημένη προσφορά υπερσυμπυκνωμένων τροφών πλούσιων σε υδατάνθρακες και κεκορεσμένα λίπη, ευθύνεται για τις περισσότερες περιπτώσεις παχυσαρκία. Πρόσφατα δεδομένα από το 2010 ενοχοποιούν επίσης ακόμη και τον σύγχρονο τρόπο ζωής όπου ο ανεπαρκής ύπνος, οι ενδοκρινικοί διαταράκτες που παρεμβαίνουν στο μεταβολισμό των λιπιδίων, η μειωμένη μεταβλητότητα της θερμοκρασίας περιβάλλοντος, τα μειωμένα ποσοστά καπνίσματος, η αυξημένη χρήση φαρμάκων που μπορεί να προκαλέσουν αύξηση του σωματικού βάρους, η αυξημένης χρήση αντικαταθλιπτικών συμμετέχουν στην εμφάνιση του φαινομένου της Παχυσαρκίας.
Παθοφυσιολογία της παχυσαρκίας
Για την δημιουργία της παχυσαρκίας έχουμε μια περίπλοκη αλληλεπίδραση περιβάλλοντος, γενετικής προδιάθεσης και ανθρώπινης συμπεριφοράς. Εχει πλέον διαλευκανθεί ο ρόλος του λιπώδους ιστού που εκκρίνει ορμόνες και του γαστρεντερικού συστήματος με αντίστοιχες ορμόνες και νευροπεπτίδια. Το αίσθημα της πείνας και του κορεσμού ρυθμίζονται κυρίως στα πλαίσια της ενετεροεγκεφαλικης επικοινωνίας όπου περιλαμβάνονται πολυπαραγοντικοί δείκτες όπως οι ορμόνες του ΓΕΣ, το πνευμονογαστρικό νεύρο, τον υποθάλαμο και ανώτερα φλοιικά εγκεφαλικά κέντρα. Διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα σε αυτα τα συστήματα αποτελεί η δράση των ορμονω του ΓΕΣ, όπως η ινσουλίνη, το γλυκογόνο, η χολοκυστονίνη, το πεπτίδιο YY, η οξυντομοντουλίνη (OXM), το πεπτίδιο το ανάλογο του γλυκαγόνου-1 (GLP-1). Οι ορμόνες αυτές, μαζί με το πνευμονογαστρικό, τον υποθάλαμο και τους ανώτερους εγκεφαλικούς πυρήνες, θα σχηματίσουν ένα νευροενδοκρινολογικό κύκλο. Οποιαδήποτε απόκλιση από την ισορροπία αυτού του κύκλου οδηγεί σε αύξηση του βάρους. Ένα πολύ σημαντικό σύνδρομο επίσης που συντελεί στο μεγαλύτερο ποσοστό Παχυσαρκίας είναι η Αντίσταση στην Ινσουλίνη. Η κοιλιακή παχυσαρκία, διά μέσου της αντίστασης στην ινσουλίνη, οδηγεί στην ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου, το οποίο είναι ο προάγγελος της εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη, υπέρτασης και αθηροσκλήρωσης. Τον κεντρικό ρόλο και εδώ διαδραματίζει το κοιλιακό – σπλαχνικό λίπος. Το σπλαχνικό λίπος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας από τους πιο σημαντικούς ενδοκρινείς αδένες, ο οποίος εκκρίνει έναν αριθμό βιολογικά δραστικών προφλεγμονωδών ουσιών.
Η παχυσαρκία Στην Ελλάδα
Η Ελλάδα όπως και η υπόλοιπη Ευρώπη ακολουθεί το μοντέλο των ΗΠΑ. Σήμερα το 65% των Αμερικανών είναι είτε υπέρβαροι είτε παχύσαρκοι, με την κακοήθη παχυσαρκία να αυξάνεται δραματικά από 1,3% το 1970 σε 5,7% το 2008.Στην Ελλάδα στην πρώτη εθνική επιδημιολογική μελέτη που διεξήχθη το 2003 στη χώρα μας για την παχυσαρκία, προέκυψαν δύο ενδιαφέροντα στοιχεία:
- Οι γυναίκες παρουσιάζουν μεγαλύτερη επίπτωση κοιλιακής παχυσαρκίας, ειδικά μετά την εμμηνόπαυση.
- Οι άντρες συνολικά είναι πιο παχύσαρκοι σε σχέση με τις γυναίκες, γεγονός πού έρχεται σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η συνολική παχυσαρκία παρουσιάζεται υψηλότερη στις γυναίκες.
- Αντίστοιχα δεδομένα προκύπτουν και για την παιδική παχυσαρκία στη χώρα μας, με το συνολικό ποσοστό παχυσαρκίας διαμορφώνεται πάνω από 40% για τα αγόρια και πάνω από 30% για τα κορίτσια.
Η αντιμετώπιση του προβλήματος
Η θεραπεία της παχυσαρκίας εστιάζει κυρίως στην δίαιτα, στην άσκηση, στην τροποποίηση της συμπεριφοράς και στη Ιατρική αντιμετώπιση(φαρμακευτική και χειρουργική αντιμετώπιση). Ιδιαίτερη σημαντική παρέμβαση επιτυγχάνεται όταν η δίαιτα συνδυάζεται με τροποποίηση της συμπεριφοράς και γυμναστική. Σε ατομικό επίπεδο, οι άνθρωποι οφείλουν να αυξήσουν το βαθμό ενημέρωσης, να περιορίσουν τις τροφές που είναι πλούσιες σε κεκορεσμένα λιπαρά, τους υδατάνθρακες και το αλάτι, να αυξήσουν την κατανάλωση λαχανικών και φρούτων και να συμμετέχουν σε πρόγραμμα καθημερινής δραστηριότητας, με περπάτημα τουλάχιστον μισής ώρας ημερησίως. Ωστόσο κυρίαρχη θεωρείται η προσθήκη φαρμακευτικής αγωγής, ιδιαίτερα με τα νέα σκευάσματα με έντονη ανορεξιογόνο δράση(GLP-1)σε συνδυασμό με εντατικοποιημένη συμβουλευτική. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας έχει τους ίδιους στόχους και επιτυγχάνονται με τα ίδια μέσα. Αυτό που θα πρέπει να κάνει ένα παιδί είναι: Να τρώει υγιεινές τροφές (λαχανικά, φρούτα, ψάρι, δημητριακά), να μην παραλείπει ποτέ το πρωινό, να γυμνάζεται συστηματικά, να αποφεύγει το γρήγορο φαγητό και τα αναψυκτικά, να προτιμά υγιεινό κολατσιό στο σχολείο, να περιορίσει τα γλυκά και τα παγωτά.
Οφέλη από την διόρθωση της Παχυσαρκίας
Τα οφέλη από την απώλεια του Σωματικού βάρους συνίστανται σε: μείωση της θνητότητας κατά 5%-10%, μείωση της συστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 10 mmHg και της διαστολικής κατά 20 mmHg σε ποσοστό 20%-25%, ελάττωση της γλυκόζης νηστείας κατά 30%-50% και αντίστοιχη μείωση της HbA1C, ελάττωση των λιπιδίων, μείωση της ολικής χοληστερόλης κατά 10%, μείωση της LDL κατά 15%, μείωση των τριγλυκεριδίων κατά 30%, αύξηση της HDL κατά 8%.Αν μάλιστα αναφερθούμε και σε οικονομικές παραμέτρους, τότε είναι δυνατόν με την αναχαίτιση του προβλήματος να μειωθεί το συνολικό κόστος υγείας κατά 2%-7%.
Συμπερασματικά, η παχυσαρκία είναι ένα σύγχρονο πρόβλημα και απαιτεί σύγχρονες λύσεις με τη συνεργασία κυβερνήσεων, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, εθνικών φορέων και πολλών ιατρικών και μη ειδικοτήτων (διαιτολόγων, εξειδικευμένων Ενδοκρινολόγων, Χειρουργών, Παθολόγων, ψυχολόγων, γυμναστών)