«Ασπίδα» για την πρώτη κατοικία έως 400.000 ευρώ – Ποια είναι τα κριτήρια και ποιες οι δόσεις
Σχέδιο-σκούπα για τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια και την προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Οικονομίας και η κατάθεσή του στη Βουλή θεωρείται θέμα ωρών.
Όπως γράφουν «Τα Νέα», το νομοσχέδιο που ετοίμασαν ο Γιώργος Σταθάκης και το επιτελείο του διευρύνει τις προϋποθέσεις για την ένταξη των δανειοληπτών στις υπό προώθηση ρυθμίσεις και σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, αναβαθμίζει τα κριτήρια ασφάλειας απέναντι στους κακοπληρωτές.
Η κυβέρνηση πιστεύει ότι η κατάθεση του σχεδίου νόμου για τα κόκκινα δάνεια δεν παραβιάζει κάποιον όρο του Μνημονίου ούτε συνιστά μονομερή ενέργεια. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, επιφυλάξεις για τις δρομολογούμενες ρυθμίσεις εκφράζει περισσότερο η ΕΚΤ παρά οι εταίροι μας.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της εφημερίδας Τα Νέα, οι ρυθμίσεις της κυβέρνησης βάζουν ασπίδα για την πρώτη κατοικία των δανειοληπτών η αντικειμενική αξία της οποίας δεν υπερβαίνει τις 400.000 ευρώ.
Παράλληλα όμως τίθενται μια σειρά συνδυαστικών κριτηρίων (εισοδηματικά και περιουσιακά), που δεν επιτρέπουν σε δανειολήπτες που έχουν τη δυνατότητα αποπληρωμής των οφειλών τους να εκμεταλλεύονται τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για τα κόκκινα δάνεια.
Προβλέπεται εισοδηματική κλίμακα για την καταβολή ποσοστού της μηνιαίας δόσης του στεγαστικού δανείου, ενώ για τους απόρους και τους ανέργους υπάρχει πρόβλεψη για μη καταβολή των δόσεων για όσο διάστημα υπάρχει διαπιστωμένη αδυναμία.
Προϋπόθεση για την προστασία η συνολική περιουσία του δανειολήπτη να μην ξεπερνά τις 700.000 ευρώ ως προς τις αντικειμενικές αξίες.
Επίσης, το οικογενειακό εισόδημα του δανειολήπτη δεν πρέπει να ξεπερνά τις 60.000 με 70.000 ευρώ το χρόνο, αλλά και οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν τις 70.000 ευρώ.
Για ανέργους και απόρους προβλέπεται πάγωμα της καταβολής της δόσης για το διάστημα ανεργίας ή απορίας, αλλά στην περίπτωση που υπάρχει οικογενειακό εισόδημα ως 50.000 ευρώ το χρόνο επιβάλλεται δόση ίση με το 10% της δόσης, ενώ το ποσοστό αυξάνεται στο 20% για όσους έχουν οικογενειακό εισόδημα ως 70.000 το χρόνο.