Ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων παγκοσμίως συμφωνεί πως στην διάρκεια της προεδρικής του θητείας και αναφορικά με τον πόλεμο στην Γάζα ο Πρόεδρος Μπάιντεν έσφαλε αφήνοντας τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου να ασκεί βαρβαρότητα στους πολίτες της Γάζας, με την εισβολή του Ισραηλινού στρατού στη Δυτική Όχθη και να αλλάζει επανειλημμένα τους όρους της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός που θα μπορούσε να αποδεχτεί.
Σήμερα αυτό το ποσοστό είναι προσεκτικά αισιόδοξο ότι η Καμάλα Χάρις ως η επόμενη Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία τουλάχιστον έχει δείξει μεγαλύτερη συμπάθεια για τους Παλαιστίνιους ως ανθρώπινα όντα και ως λαό με νόμιμες φιλοδοξίες για κρατική υπόσταση, θα μπορούσε να ακολουθήσει μια πιο σκληρή γραμμή με το Ισραήλ μόλις αναλάβει την εξουσία, με δεδομένη την αντίπαλη άποψη του συνυποψηφίου της από την πλευρά των Ρεμπουπλικανών Ντόναλντ Τραμπ
που είναι δηλωμένος υποστηρικτής του Ισραήλ με τον Νετανιάχου στην πραγματικότητα να προσπαθεί να επηρεάσει την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ.
Ωστόσο πολλοί αναλυτές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ θεωρούν πως ακόμη και αν η Καμάλα Χάρις εκλεγεί πρόεδρος το να ακολουθηθεί μια πιο σκληρή γραμμή των ΗΠΑ απέναντι στον Νετανιάχου θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί.
Ας υποθέσουμε ότι μια κυβέρνηση Χάρις δίνει στον Νετανιάχου ένα είδος τελεσίγραφου: Πρώτον, να σταματήσει ο βομβαρδισμός της Γάζας και τελικά να ολοκληρωθεί η προτεινόμενη και διαρκώς καθυστερημένη ανταλλαγή ομήρων. Δεύτερον, να γίνουν ουσιαστικά βήματα προόδου στη διαπραγμάτευση της περιφερειακής συμφωνίας που υποτίθεται ότι βρίσκεται στο τραπέζι των συνομιλιών, στην προβλέπεται η δημιουργία Παλαιστινιακού Κράτους η οποία θα προβλέπει και κάποιο είδος «ανασυσταθείσας Παλαιστινιακής Αρχής», ως εναλλακτική λύση στη Χαμάς.
Ως μοχλό μιας τέτοιας τακτικής, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να απειλήσουν πως θα σταματήσουν να παρέχουν επιθετικά όπλα στο Ισραήλ. Η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να σταματήσει τις αποστολές, σταδιακά, εάν το Ισραήλ αρνιόταν να προχωρήσει. Και αν αυτό και πάλι δεν λειτουργούσε, οι ΗΠΑ και άλλες περιφερειακές δυνάμεις θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν τη συμφωνία χωρίς τη συμμετοχή του Ισραήλ και στη συνέχεια να απαιτήσουν από το Ισραήλ να την αποδεχθεί ως όρο της αμερικανικής βοήθειας. Παραλλαγές αυτής της προσέγγισης έχουν ήδη συζητηθεί σε διάφορα φόρα.
Αλλά εδώ προκύπτουν και κάποια αναπάντητα ερωτήματα. Για αρχή, υπάρχει το πρακτικό ερώτημα ποιος θα διοικούσε τη Γάζα. Πολλοί θεωρούν ότι η υπόθεση μιας ανασυσταθείσας Παλαιστινιακής Αρχής είναι φαντασίωση. Ομοίως και η ιδέα μιας Γάζας η οποία θα διοικείται από γειτονικά αραβικά κράτη.
Η Χαμάς δεν συμφωνούσε επ ουδενί σε μία τέτοια λύση, ούτε και ο Νετανιάχου. Το να αποδεχτεί αυτή τη συμφωνία, η οποία θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει το τέλος της ισραηλινής εποίκισης στη Δυτική Όχθη, θα ήταν το τέλος της κυβέρνησης Νετανιάχου. Αυτό μπορεί να να είναι ένας στόχος των ΗΠΑ, αλλά η πραγματοποίηση του είναι μια άλλη ιστορία.
Και μόλις η Πρόεδρος Χάρις προσπαθήσει να γίνει σκληρύνει πραγματικά την στάση της απέναντι στον Νετανιάχου, αμέσως σχεδόν το ισχυρό λόμπι του Ισραήλ στις ΗΠΑ θα την κατηγορούσαν ως αντισημίτρια και θα προκαλούσαν το Κογκρέσο να αντισταθεί.
Έτσι, ακόμα κι αν οι στόχοι της Χάρις για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη είναι πιο φιλικοί προς το Παλαιστινιακό από εκείνους του Μπάιντεν, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια κινήσεων και αλλαγής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Θα χρειαστεί ένα βιβλικό θαύμα για να μετατραπεί το σημερινό χάος στην πολυπόθητη λύση των δύο κρατών. Και η αρχή αυτού του θαύματος για πολλούς θεωρείται η έξοδος του Νετανιάχου από την ηγεσία του Ισραήλ.
Ν.Β.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Γάζα: Τουλάχιστον 41.182 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί, σύμφωνα με το παλαιστινιακό υπ. Υγείας
Η δεύτερη απόπειρα δολοφονίας Τραμπ υπογραμμίζει πως στις ΗΠΑ ζουν σε «επικίνδυνους καιρούς»