Σήμερα Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου, συγκαλείται η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε διάσκεψη, προκειμένου να αποφανθεί για τη συνταγματικότητα ή μη του «νόμου Παππά» μετά τις 23 προσφυγές που έχουν κατατεθεί από τους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι δίκασαν τον περασμένο Ιούλιο τις προσφυγές των τηλεοπτικών σταθμών, που έθεσαν θέματα αντισυνταγματικότητας του νομοθετικού πλαισίου για τις άδειες πανελλαδικής εμβέλειας, έχουν κληθεί σήμερα σε πρώτη διάσκεψη από τον πρόεδρο του ΣτΕ κ. Νίκο Σακελλαρίου, με το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν κι άλλες να είναι ορατό.
Η διάσκεψη των ανωτάτων δικαστικών αναμένεται από όλες τις πλευρές με εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς η επικείμενη απόφαση του ΣτΕ θα κρίνει αν το νομοθετικό οικοδόμημα της κυβέρνησης για τη διαγωνιστική διαδικασία χορήγησης των αδειών μείνει όρθιο.
Τα κρίσιμα ερωτήματα
Η Ολομέλεια του ΣτΕ καλείται να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα που έχουν τεθεί σχετικά με τη συνταγματικότητα ή μη του νόμου Παππά.
Κομβικό σημείο για την κρίση των μελών της διευρυμένης Ολομέλειας του ΣτΕ είναι σύμφωνα με νομικούς κύκλους το ζήτημα του ποιος είχε την αρμοδιότητα κατά το Σύνταγμα να προκηρύξει και να διενεργήσει τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, δηλαδή εάν η αρμοδιότητα αυτή ανήκει στο Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΣΡ) ή στον υπουργό Επικρατείας.
Την ίδια ώρα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου θα κρίνει και άλλα νομικά ζητήματα που αφορούν τις διατάξεις του «νόμου Παππά» όπως το εάν παραβιάζουν συνταγματικές κατοχυρωμένες αρχές μεταξύ των οποίων η πολυφωνία, ο πλουραλισμός, η αντικειμενικότητα και η Δημοκρατία.
Παράλληλα, στις 23 αιτήσεις ακυρώσεως που έχουν κατατεθεί κατά των κανονιστικών πράξεων του διαγωνισμού έχει τεθεί και το ζήτημα, του καθορισμου του αριθμού των αδειών μόνο στις τέσσερις όπως και του ορισμού της τιμής εκκίνησης στα 3.000.000 ευρώ.
Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν πως τόσο ο αριθμός των αδειών όσο και η τιμή εκκίνησης καθορίστηκαν από την Κυβέρνηση χωρίς επιστημονική ή άλλη τεκμηρίωση.
Δικαστικές πηγές, εκτιμούν, ότι το δικαστήριο πέραν του δίπολου συνταγματικός ή αντισυνταγματικός νόμος που αποτελεί και το βασικό δικαστικό δίλημμα που θα κριθεί, ενδέχεται να προχωρήσει και σε άλλες λύσεις χωρίς να εισέλθει στην ουσία των θεμάτων που έχουν τεθεί από τα κανάλια που προσέφυγαν.
Δεν απέκλειαν, για παράδειγμα, την πιθανότητα απόρριψης των προσφυγών για τυπικούς λόγους, ή την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κάτι που είχε γίνει και στην υπόθεση του βασικού μετόχου.
Πάντως η σημερινή διάσκεψη σύμφωνα με πληροφορίες το πιθανότερο είναι να μην καταλήξει σε απόφαση και να επαναληφθεί, όταν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας το αποφασίσει.
Alpha: Αλλοιώθηκε ο διαγωνισμός για τις άδειες
Νέα διάσταση στην υπόθεση του διαγωνισμού για τη χορήγηση των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών πανελλαδικής εμβέλειας προέβαλε ο Alpha, σε ρεπορτάζ που προβλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του σταθμού την Πέμπτη.
https://www.youtube.com/watch?v=ImUJ8Cx1LtA
Σύμφωνα με τον Alpha, υπάρχει αλλοίωση των στοιχείων, καθώς, όπως ανέφερε το ρεπορτάζ, παρά το γεγονός ότι ο Ιβάν Σαββίδης, μετά την προσφορά των 61,5 εκατ. ευρώ για την απόκτηση άδειας, έκανε μηδενική προσφορά, στη συνέχεια, μένοντας στο ίδιο τίμημα, η επιτροπή για τη δημοπρασία των τηλεοπτικών αδειών αποδέχθηκε ως έγκυρη προσφορά τα 61,6 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας το ποσό που προσέφερε ο επιχειρηματίας κατά 100.000 ευρώ. Ακόμα και το ποσό αυτό, ωστόσο, αν και φέρει τις υπογραφές των πέντε μελών της επιτροπής και θεωρείται έγκυρο, κατεβαίνει κατόπιν στα 61,5 εκατ. ευρώ -γεγονός που, κατά τον τηλεοπτικό σταθμό, εγείρει βάσιμες υποψίες ότι ο κ. Σαββίδης υπέβαλε δύο μηδενικές προσφορές.
Οι θέσεις των τηλεοπτικών σταθμών
Οι τηλεοπτικοί σταθμοί στρέφονται με νομικά επιχειρήματα, κατά κύριο λόγο, κατά της από 1.3.2016 απόφασης του (4297/2016) υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά, με την οποία μεταβιβάζονται οι αρμοδιότητες της διαγωνιστικής διαδικασίας των αδειών επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής «ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού προγράμματος γενικού περιεχομένου στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας» και παράλληλα ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα της διαγωνιστικής διαδικασίας.
Ακόμη, στρέφονται κατά του νόμου 4339/2015 για την αδειοδότηση της επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρωεκπομπής, αλλά και όλων των άλλων προγενέστερων και μεταγενέστερων υπουργικών αποφάσεων σχετικών με το ζήτημα της χορήγησης των 4 αδειών τηλεοπτικών σταθμών επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής για μετάδοση υψηλής ευκρίνειας (High definition), όπως είναι π.χ. ανάθεση σε ιδιωτική εταιρεία του ελέγχου των φακέλων συμμετοχής των υποψηφίων.
Οι τηλεοπτικοί σταθμοί υποστηρίζουν βασικά, ότι τόσο ο νόμος 4339/2015 όσο και η 4297/1.3.2016 απόφαση του κ. Παππά με την οποία μεταβιβάζει τις αρμοδιότητες της διαγωνιστικής διαδικασίας των αδειών τηλεόρασης στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης παρακάμπτοντας έτσι το κατά το Σύνταγμα αρμόδιο ΕΣΡ, είναι αντισυνταγματικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), όπως επίσης είναι αντίθετες στην Ευρωπαϊκή και Ελληνική νομοθεσία.
Ο υπουργός Επικρατείας αναρμοδίως και παρανόμως εξέδωσε τις επίμαχες υπουργικές αποφάσεις, καθώς ο νόμος 4339/2015 προσκρούει στις επιταγές του άρθρου 15 του Συντάγματος που καθιστά αποκλειστικά αρμόδιο για τη χορήγηση των αδειών στα κανάλια το ΕΣΡ, υποστηρίζουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί. Όμως, προσθέτουν ότι ο κ. Παππάς παραβιάζει και το άρθρο 14 του Συντάγματος που αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μέσων ενημέρωσης, όπως και την ΕΣΔΑ.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, αποκλειστικά αρμόδια αρχή για τη χορήγηση των προκηρυσσόμενων αδειών είναι το ΕΣΡ, που παρέχει αυξημένες εγγυήσεις αμεροληψίας και διαφάνειας ως συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξάρτητης αρχής, υπογραμμίζουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί και «όχι ο υπουργός Επικρατείας, ο οποίος είναι μέλος της Κυβέρνησης και όργανο της κεντρικής διοίκησης του κράτους».
Ακόμη, το Σύνταγμα κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών σε μια πολυφωνική ενημέρωση, δηλαδή ενημέρωση με τρόπο αντικειμενικό, πολυφωνικό και με βάση την αρχή του σεβασμού και διακίνηση όλων των ιδεών και απόψεων που αναπτύσσονται σε μια πλουραλιστική δημοκρατική πολιτεία, κάτι που μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο από ένα ανεξάρτητο συνταγματικά κατοχυρωμένο μη κρατικό φορέα που δεν είναι άλλος από το ΕΣΡ.
Αλλά, ούτε συντρέχει κάποιος λόγος κατεπειγόντως ή ανωτέρας βίας που να δικαιολογεί την παράκαμψη του ΕΣΡ. Το ότι η ανεξάρτητη αυτή αρχή αντιμετωπίζει αδυναμία συγκρότησής της θα μπορούσε να λυθεί με την παράταση της θητείας των μελών της, όπως επανειλημμένα έχει συμβεί στο παρελθόν, αλλά η Κυβέρνηση προτίμησε να επικαλεστεί την αδυναμία συνεδρίασης της διάσκεψης των προέδρων της Βουλής να επιλέξουν μέλη του ΕΣΡ, προκειμένου να παρακάμψει την ανεξάρτητη αυτή αρχή.
Τα προβλήματα συγκρότησης του ΕΣΡ τα προκάλεσε η ίδια η Κυβέρνηση, παύοντας μέλη του και αυξάνοντας τον αριθμό τους από 7 σε 9, προκειμένου να δικαιολογήσει την δήθεν αναγκαιότητα της παράκαμψής του. Δηλαδή, η Κυβέρνηση για να παρακάμψει το ΕΣΡ, «επικαλείται ένα λόγο που η ίδια δημιούργησε».
Η ανάθεση της διενέργειας της διαγωνιστικής διαδικασίας για τη χορήγηση των αδειών στον υπουργό Επικρατείας -δηλαδή μέλος της Κυβέρνησης- εισάγει ανεπίτρεπτο περιορισμό στην πολυφωνία και την διαφάνεια που κατοχυρώνουν τόσο το Σύνταγμα, όσο η ΕΣΔΑ.
Και αυτό γιατί, η μη διενέργεια διαγωνισμού και η μη χορήγηση των αδειών από ένα ανεξάρτητο έναντι της Κυβέρνησης όργανο, «το οποίο θα αποτελούσε εγγυητή μιας αμερόληπτης και διαφανούς από οιαδήποτε αθέμιτη, κυβερνητική πρακτική αδειοδοτική διαδικασία, εν εγγυάται αποτελεσματική πολυφωνία και πλουραλισμό, διότι παρέχει την δυνατότητα στο κράτος να κυριαρχήσει στα οπτικοακουστικά μέσα, και έτσι να ασκήσει πίεση στους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, περιορίζοντας τη συντακτική τους ελευθερία και υποβαθμίζοντας τον θεμελιώδη ρόλο της ελευθερίας εκφράσεως σε δημοκρατική κοινωνία».
Παράλληλα, οι τηλεοπτικοί σταθμοί υπογραμμίζουν, ότι η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων στον υπουργό Επικρατείας έρχεται σε σύγκρουση με τις συνταγματικές επιταγές και την ΕΣΔΑ, καθώς:
1) όσο το κράτος ελέγχει το πληροφορείν, τόσο περιορίζεται η ελευθερία εκφράσεως, ο πλουραλισμός και η πολυφωνία στην ενημέρωση. Έτσι, αντί η λαϊκή κυριαρχία να διαμορφώσει την κρατική βούληση, όπως συμβαίνει στα δημοκρατικά πολιτεύματα, το κράτος «δια του ελέγχου των μέσων ενημέρωσης και της πληροφορίας, διαμορφώνει την λαϊκή βούληση» και
2) εάν ο υπουργός Επικρατείας εκδώσει τελικά τις 4 άδειες ισχύος 10 ετών, αυτός μόνο θα είναι ο αρμόδιος να τις ανακαλέσει, όταν «η εκάστοτε Κυβέρνηση θα θεωρεί ότι ο ραδιοτηλεοπτικός σταθμός δεν ικανοποιεί τις συνταγματικές απαιτήσεις της αντικειμενικότητας και της ποιότητας, όπως αυτή τις αντιλαμβάνεται».
Μάλιστα, σημειώνουν ότι σύμφωνα με την νομολογία του ΣτΕ, τον έλεγχο της πληροφορίας δεν μπορεί να την έχει το κράτος, ειδικά στο πεδίο των ραδιοτηλεοπτικών αδειών, λόγω της μεγάλης εμβέλειας, της χρονικής αμεσότητας και της ιδιαίτερης δύναμης επιρροής της ραδιοτηλεόρασης» και για το λόγο αυτό «ο έλεγχος αυτός ανατέθηκε σε ανεξάρτητη διοικητική αρχή (ΕΣΡ)».
Αφού παρακάμφθηκε το ΕΣΡ, προθέτουν οι καναλάρχες, προκειμένου ο διαγωνισμός να διενεργηθεί από τον υπουργό Επικρατείας, τότε εκείνος απεκδύεται του συνόλου των αρμοδιοτήτων που ανέθεσε ο ίδιος στον εαυτό του και οι συναρμόδιοι υπουργοί Οικονομικών, Εργασίας και Υποδομών και τις μεταβιβάζει στην Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, ο γενικός γραμματέας της οποίας στην συνέχεια τις παραχωρεί σε ιδιωτική ελεγκτική εταιρεία ορκωτών ελεγκτών.
Με άλλα λόγια, ο επίμαχος διαγωνισμός θα διενεργηθεί από ιδιώτες κατά παράβαση τόσο του Συντάγματος όσο του ίδιου του νόμου 4339/2015, αφού ο ιδιωτικός φορέας θα ασκεί τον πλήρη έλεγχο των δικαιολογητικών των υποψηφίων σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, υποκαθιστώντας έτσι πλήρως της αρμόδιες αρχές.
Αδιαφανή και αναιτιολόγητη, χαρακτηρίζουν την τιμή εκκίνησης των 4 δημοπρατούμενων αδειών στο ποσό των 3.000.000 ευρώ, την στιγμή μάλιστα που η σχετική μελέτη της Σχολής της Φλωρεντίας την οποία έχει λάβει υπόψη του ο κ. Παππάς, τόσο για τον καθορισμό του αριθμού των αδειών σε 4, όσο και για τα λοιπά στοιχεία, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «καίτοι το εύρος της τιμής εκκινήσεως κάθε δημοπρατούμενης άδειας κυμαίνεται μεταξύ των 500.000 ευρώ και 3.500.000 ευρώ εν τούτοις προτείνεται να καθοριστεί η τιμή εκκινήσεως μεταξύ 500.000 ευρώ και 2.000.000 ευρώ».
Όμως οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν ενστάσεις και ως προς τον αριθμό των αδειών που έπρεπε να χορηγηθούν από την Κυβέρνηση. Και αυτό, γιατί σύμφωνα με τους διεθνούς και μη κανόνες της βιωσιμότητας των ραδιοτηλεοπτικών φορέων, της απελευθέρωσης της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς, του ψηφιακού φάσματος, του καταμερισμού των συχνοτήτων εκπομπής, του πληθυσμού της χώρας, κ.λπ., έπρεπε να προκηρυχθούν 16 τηλεοπτικές άδειες υψηλής ευκρίνειας εθνικής εμβέλειας και όχι 4 όπως έπραξε η Κυβέρνηση.
Προβλήματα αντιμετωπίζει, κατά τους καναλάρχες και η συγκρότηση της επιτροπής διενεργείας του διαγωνισμού αφού είναι αντίθετη στις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της διαφάνειας και της δημοσιότητας της δημόσιας διοίκησης.
Το Mega θέτει επιπρόσθετα και ζητήματα παράβασης της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Υποστηρίζει ότι σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο η όλη διαδικασία αδειοδότησης, πλέον του ότι είναι αντίθετη στα Ευρωπαϊκά νομοθετικά δρώμενα είναι και αντισυνταγματική, λόγω της παράκαμψης του ΕΣΡ. Δεν παραλείπει πάντως να υπενθυμίζει το Mega Channel ότι μέτοχοί του είναι και εταιρείες που εδρεύουν σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι το Λουξεμβούργο και η Κύπρος.