Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Την επόμενη εβδομάδα πιθανότατα αποφαίνεται το Συμβούλιο Επικρατείας για την προσωρινή διαταγή της Θάνου

Την επόμενη εβδομάδα υπάρχει η πιθανότητα να αποφανθεί το Συμβούλιο Επικρατείας για την αίτηση προσωρινής διαταγής της Βασιλικής Θάνου , με την οποία ζητά να μην εφαρμοστεί η διαπιστωτική πράξη με την οποία  εξέπεσε τους αξιώματός της από την προεδρία της Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Και λέμε πιθανότητα διότι δεν αποκλείεται το Δικαστήριο να «σιωπήσει» να μην προβεί δηλαδή σε καμία απόφαση έως ότου συζητηθεί η αίτηση αναστολής που θα προσδιοριστεί το αμέσως προσεχές διάστημα.

Η αίτηση αναστολής είναι εξαιρετικής σημασίας διαδικασία καθώς θα αποφασιστεί αν θα παραμείνει έστω προσωρινά στη θέση της η κα Θάνου, οι οποία πέραν των άλλων, επικαλείται δυσλειτουργίες που εχουν δημιουργηθεί στην Επιτροπή.

Παράλληλα η βασική συζήτηση προσδιορίστηκε από την πρόεδρο Αικατερίνη Σακελλαροπούλου για τις 6 Δεκεμβρίου. Τότε η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου  θα συζητήσει την κύρια αίτηση ακύρωσης των διαπιστωτικών πράξεων.

Την ίδια στιγμή κι ενώ η Ευρωπαία επίτροπος Βεστάγκερ κράτησε – κατά αρχήν- αποστάσεις από τις καταγγελίες Θάνου, λέγοντας πως είχε ενημερωθεί από τον Κυρ. Μητσοτάκη, νέα ερώτηση κατέθεσε στην Κομισιόν για το θέμα ο Δημ. Παπαδημούλης.

Ο κ. Παπαδημούλης μάλιστα προσθέτει στην ρητορική της αντιπολίτευσης έναν ισχυρισμό σύμφωνα με τον οποίο το έκαναν και άλλοι, να διορίζουν δηλαδή σε ανεξάρτητες αρχές συμβούλους υπουργών και κυβερνήσεων: «Αρκετά μέλη Επιτροπών Ανταγωνισμού σε κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν διατελέσει σύμβουλοι υπουργών και κυβερνήσεων. Πρόκειται για μια ευρέως διαδεδομένη πρακτική εντός της ΕΕ, που δεν φαίνεται να επηρεάζει τη θεσμική και λειτουργική ανεξαρτησία των Αρχών», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά παραδείγματα , όπως αυτά του Προέδρου Andreas Mundt στη Γερμανία, του Προέδρου Isabelle DeSilva στη Γαλλία, αλλά και των Giovanni Pitruzsella και Filippo Arena, Προέδρου και Γενικού Γραμματέα αντίστοιχα, στην Ιταλία.

Με βάση το γεγονός, όπως λέει, ότι πρόκειται για μια ευρέως διαδεδομένη πρακτική εντός της ΕΕ, που δεν φαίνεται να επηρεάζει την ανεξαρτησία των Αρχών, ρωτά την Επιτροπή εάν η ρήτρα αναδρομικότητας, που επιβλήθηκε στην ΕΕΑ πριν λίγες ημέρες από την κυβέρνηση, είναι συμβατή με τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, καθώς και πότε -σε συνέχεια της πρόσφατης απάντησης της Επιτρόπου Ανταγωνισμού Μ. Βεστάγκερ, σύμφωνα με την οποία η Κομισιόν βρίσκεται σε επικοινωνία με τα εμπλεκόμενα μέρη για να διακριβώσει την κατάσταση σχετικά με τη ρύθμιση για την ΕΕΑ- εκτιμά ότι θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της συμβατότητας της πρόσφατης κυβερνητικής ρύθμισης, στην περίπτωση της Ελλάδας, με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και τη σχετική οδηγία 1/2019, «με δεδομένο ότι η σχετική εμπλοκή προκαλεί κινδύνους καθυστέρησης ή και παραγραφής στην εξέταση κρίσιμων φακέλων παραβίασης των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού».

Ακολουθεί πλήρης η ερώτηση του Δ. Παπαδημούλη προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

Σύμφωνα με επίσημα βιογραφικά αρκετών μελών των Επιτροπών Ανταγωνισμού σε κράτη-μέλη της ΕΕ, κορυφαία στελέχη τους έχουν διατελέσει σύμβουλοι υπουργών και κυβερνήσεων.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αυτά της Γερμανίας, του Προέδρου AndreasMundt, της Γαλλίας, του Προέδρου IsabelleDeSilva, και της Ιταλίας, του Προέδρου GiovanniPitruzsella και του Γενικού ΓραμματέαFilippoArena.

Προκύπτει, λοιπόν, ότι πρόκειται για μια ευρέως διαδεδομένη πρακτική εντός της ΕΕ, που δεν φαίνεται να επηρεάζει τη θεσμική και λειτουργική ανεξαρτησία των Αρχών και σίγουρα δεν συνιστά κριτήριο απόλυσης των μελών της, πόσο μάλλον με αναδρομική ισχύ.

Ερωτάται η Επιτροπή:

  • Θεωρεί ότι αυτή η ευρέως διαδεδομένη πρακτική έχει εμποδίσει το έργο των ανεξάρτητων ΕπιτροπώνΑνταγωνισμού στα συγκεκριμένα κράτη-μέλη;
  • Κρίνει ότι η ρήτρα αναδρομικότητας, που επιβλήθηκε με την πρόσφατη κυβερνητική ρύθμιση στην Ελλάδα, εφαρμόζοντας μια πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών,  είναι συμβατή με τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου C-288/12 (παρ. 54-55 και 61);
  • Πότε εκτιμά ότι θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση τηςσυμβατότητας της πρόσφατης κυβερνητικής ρύθμισης, στην περίπτωση της Ελλάδας, με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και τη σχετική οδηγία 1/2019, με δεδομένο ότι η σχετική εμπλοκή προκαλεί κινδύνους καθυστέρησης ή και παραγραφής στην εξέταση κρίσιμων φακέλων παραβίασης των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού;

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ