Η Βρετανία είχε εγκρίνει με δημοψήφισμα την ένταξή της στην ΕΟΚ το 1975: ένα καθαρό 67% είχε ταχθεί υπερ.
Η συμφωνία είχε κλείσει με τον Edward Heath και η χώρα συμμετείχε από την 1η Ιανουαρίου 1973 αλλά οι Εργατικοί είχαν υποσχεθεί δημοψήφισμα για την επισφράγιση ή την απόρριψη της συμμετοχής στην Κοινότητα. Οι πλέον υπεύθυνοι πολιτικοί της Βρετανίας υποστήριξαν σθεναρά το «ναι» στην ΕΟΚ το 1975, ανάμεσα τους τότε και η νέα βουλευτής MargaretThatcher.
Παρότι από τεχνική άποψη το δημοψήφισμα του 1975 είχε και εκείνο τον χαρακτήρα «παραμονή ή αποχώρηση» (τότε ονομάστηκαν «ναι» ή «όχι»), επρόκειτο στην πραγματικότητα για επικύρωση της ένταξης (1973). Με αυτή την έννοια, το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016 (σχεδόν 52% υπερ της αποχώρησης) υπήρξε μοναδικό στην ιστορία της ενωσιακής πορείας της Ευρώπης: ένα μεγάλο και ισχυρό κράτος-μέλος ρωτά τους πολίτες του όχι αν θέλουν την ένταξη ή αν εγκρίνουν κάποιες νέες συνθήκες ή ρυθμίσεις, αλλά εάν θα πρέπει να παραμείνει στην Ένωση μετά από δεκαετίες συμμετοχής.
Το δημοψήφισμα του 2016 ανέδειξε δυο κρίσιμες διαιρετικές τομές, περιφερειακή και ηλικιακή. Αγγλία (με την εξαίρεση του Λονδίνου) και Ουαλία στήριξαν «Leave», ενώ Σκωτία και Βόρεια Ιρλανδία ψήφισαν «Remain». Στις ηλικίες 18-24 το Remain έφτασε το 75% ενώ στους άνω των 65 έπιασε μόλις 39%.
Με δεδομένη την εμπειρία της διαπραγμάτευσης των όρων εξόδου που αποδείχτηκε εξαιρετικά περίπλοκη, υπήρξαν πρωτοβουλίες που κινητοποίησαν εκατομμύρια πολίτες υπέρ ενός νέου δημοψηφίσματος. Άλλωστε, οι ενδείξεις από τις έρευνες κοινής γνώμης είναι ότι υπάρχει μεταστροφή σε πολλές περιοχές. Οπότε ένα νέο δημοψήφισμα εξακολουθεί να είναι πιθανό μετά τις επόμενες εκλογές, εάν η διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί – όπως διαβεβαιώνει τώρα ο νέος πρωθυπουργός BorisJohnson – μέχρι 31 Οκτωβρίου.
Οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία εξόδου οδήγησαν σε προβλήματα. Όχι μόνο το σύνορο Ιρλανδίας – Βόρειας Ιρλανδίας αλλά και οι όροι του μεταβατικού καθεστώτος, ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και άλλα ζητήματα παρέμεναν σημεία τριβής.
Το επονομαζόμενο backstop, μια λύση ανάγκης εάν δεν βρεθεί κατάλληλη ρύθμιση, θα προϋποθέτει την ευθυγράμμιση της Βρετανίας με ορισμένους κανονισμούς της ΕΕ, εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλος τρόπος ώστε να αποφευχθεί ένα σκληρό σύνορο μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας (Βρετανία) και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας (ΕΕ).
Ο Johnsonεπιμένει ότι το backstop είναι απαράδεκτο, ωστόσο κοινά αποδεκτή λύση σε Λονδίνο – Βρυξέλλες – Δουβλίνο είναι δύσκολο να βρεθεί. Ιδιαιτέρως προβληματική είναι η προσπάθεια του Τζόνσον να επηρεάσει τις σχέσεις της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας με την υπόλοιπη ΕΕ, μέσω μεταβατικής διμερούς συμφωνίας Βρετανίας – Ιρλανδίας.
Στο βρετανικό κοινοβούλιο, η αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένου του αρχικά αμήχανου Εργατικού Κόμματος, τείνει σε κοινή προσπάθεια αποτροπής μιας άτακτης εξόδου χωρίς συμφωνία. Αλλά ποια συμφωνία; Αυτή που συμφωνήθηκε με την ΕΕ, δεν εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο στο Λονδίνο. Ο πολιτικός χρόνος μέχρι το τέλος Οκτωβρίου φαίνεται ατελείωτος. Ανεξάρτητα από τις κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις του Τζόνσον, πολλές εκβάσεις είναι ακόμη πιθανές. Συμπεριλαμβανομένης της αναβολής λήψης απόφασης, της παράτασης ή τελικά και της μη εξόδου μέχρι τις εκλογές ή μέχρι ένα νέο δημοψήφισμα. Άλλωστε, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί (10/12/2018), με αφορμή το Brexit, ότι κάθε κράτος-μέλος μπορεί μονομερώς να ανακαλέσει την γνωστοποίηση ενεργοποίησης της διαδικασίας του άρθρου 50 (πρόθεση αποχώρησης από την ΕΕ). Ο πρόεδρος Macron το υπενθύμισε, υπογραμμίζοντας ότι εξακολουθει να αποτελεί και πολιτική πρόταση.
Μια έξοδος της Βρετανίας θα σήμαινε τόσο την ιστορική διατάραξη των ισορροπιών εντός της Ένωσης (επίδραση ισορροπίας ισχύος με ενδυνάμωση Γερμανίας και κινητοποίηση Γαλλίας) όσο και την ευκολότερη ανάδειξη αιτημάτων για δημοψηφίσματα παραμονής ή αποχώρησης και σε άλλες χώρες, ανάλογα με τις εκάστοτε εξελίξεις (επίδραση ντόμινο).Στην πραγματικότητα, διαπιστώνουμε μια εξελισσόμενη ευρωπαϊκή – αντιευρωπαϊκή διαιρετική τομή σε πολλές χώρες.
Αντίθετα με ό,τι υποστηρίζουν ορισμένες απλοϊκές αναγνώσεις, τα υπαρξιακά διλήμματα της ΕΕ δεν θα επιλυθούν με την έξοδο της Βρετανίας. Η ενίσχυση της συνοχής των «27»απέναντι στο βρετανικό πρόβλημα είναι επιφανειακή όσο και εφήμερη.
ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ
Κώστα Α. Λάβδα – Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο