H λέξη φρίκη είναι πολύ λίγη για να περιγράψει τις εικόνες που εκτυλίχθηκαν την Πέμπτη στο Πανεπιστήμιο Garissa της βορειονατολικής Κένυα, όταν ένοπλοι ισλαμιστές της οργάνωσης al-Shabab εισέβαλαν και δολοφόνησαν τουλάχιστον 147 άτομα ενώ άγνωστος παραμένει ο ακριβής αριθμός των τραυματιών.
Με βαρύ οπλισμό στα χέρια τους, οι φανατικοί ισλαμιστές της τρομοκρατικής οργάνωσης έφτασαν στο Πανεπιστήμιο και αφού πρώτα σκότωσαν τους δυο φρουρούς εισέβαλαν σε αυτό πυροβολώντας αδιακρίτως εναντίον των φοιτητών, πολλοί εκ των οποίων κοιμόντουσαν μέσα στους κοιτώνες τους.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι ένοπλοι άρχισαν να ξεχωρίζουν τους Χριστιανούς και να τους εκτελούν εν ψυχρώ, ενώ όπως καταθέτει ένας επιζών, τους είπαν πως «ήρθαμε για να σκοτώσουμε ή τελικά να σκοτωθούμε εμείς».
Σήμερα τα νεκροτομεία της Garissa ήταν αδύνατον να αντιμετωπίσουν έναν τόσο μεγάλο αριθμό πτωμάτων, και οι σοροί των άτυχων φοιτητών, πολλοί εκ των οποίων σπούδαζαν εκεί προερχόμενοι από άλλα σημεία της χώρας, άρχισαν να μεταφέρονται στην πρωτεύουσα Ναϊρόμπι προκειμένου να γίνει η αναγνώριση και ταυτοποίησή τους.
Τέσσερις από τους ενόπλους οι οποίοι συμμετείχαν στο αποτρόπαιο έγκλημα σκοτώθηκαν από πυρά των δυνάμεων Ασφαλείας της χώρας. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες ήταν οι φοιτητές που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν για πάντα το Πανεπιστήμιο, επιστρέφοντας στα σπίτια τους με λεωφορεία και έχοντας ανά χείρα τις βαλίτσες με τις αποσκευές τους.
Ήδη ξεκίνησαν οι ταφές για κάποιους μουσουλμάνους οι οποίοι σκοτώθηκαν ενώ η Κυβέρνηση επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας σε ολόκληρη τη βορειοανατολική χώρα, από τη δύση έως την ανατολή του ηλίου.
Πολλοί ωστόσο από τους 500 περίπου φοιτητές που κατάφεραν να γλυτώσουν από τις κτηνωδίες των ενόπλων ισλαμιστών της al-Shabab, βρίσκονται υπό προστασία σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις και δέχονται ψυχολογική υποστήριξη.
Ανάμεσά τους και μια δευτεροετής φοιτήτρια που κατάφερε να επιζήσει έχοντας κρυφτεί μέσα σε φοριαμό της σχολής για 10 περίπου ώρες. Τις δραματικές ώρες που πέρασε μέχρι να μάθει πως η κόρη του ζει, κατέθεσε στο BBC ο πατέρας της:
Ταξίδεψα τέσσερις ώρες μέχρι να φτάσω από το Ναϊρόμπι στην Garissa μόλις άκουσα την τρομακτική είδηση. Ήταν αδύνατον να καταφέρω να την πάρω στα χέρια μου κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Ήμουν σίγουρος πως σκοτώθηκε, άρχισα να αναζητώ τη σορό της στα νεκροτομεία, τα νεκροταφεία ακόμη και στον στρατιωτικό αεροδιάδρομο όπου βρίσκονταν τα πτώματα των παιδιών. Αργά το βράδυ και έχοντας χάσει πλέον κάθε ελπίδα, πήρα ένα μήνυμα και κατάφερα να ξανανταμώσω το παιδί μου ζωντανό.
Την ίδια στιγμή, τεράστια είναι η οργή των ίδιων των φοιτητών για την κυβέρνηση καθώς, όπως δηλώνει ένας φοιτητής που, για να γλυτώσει έμεινε κρυμένος πέντε ώρες μέσα σε θάμνους, καταγγέλλει πως, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά πιθανόν να συμβεί, είχαν θέσει το ζήτημα και απαίτησαν μεγάλη ένοπλη φρούρηση του Πανεπιστημίου, αντί όμως γι’ αυτό το μόνο που κατάφεραν να έχουν ήταν δυο φύλακες. Και φυσικά στην πλειονότητά τους οι φοιτητές βεβαιώνουν πως «δεν πρόκειται να ξαναπατήσουν ποτέ το πόδι τους στο συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο».