Όταν τον Ιανουάριο του 2015 είχε γίνει η δολοφονική επίθεση εναντίον του σατιρικού περιοδικού «Charlie Hebdo», μια ανθρωποθάλασσα στο Παρίσι – και όχι μόνο- βροντοφώναζε: «Είμαστε όλοι Charlie». ∆ηλαδή, ότι το σατιρικό περιοδικό, είχε κάθε δικαίωμα να δημοσιεύει ότι σκίτσα ήθελε, για τον Χριστιανικό Θεό, για τους Εβραίους και την πίστη τους και φυσικά για τον Προφήτη Μωάμεθ. Ή μήπως σήμαινε με μια πρόταση, «Είμαστε όλοι εναντίον της τρομοκρατίας»;
Του Νίκου Βασιλειάδη
Από την Ισπανία έως τη Βουλγαρία και από τη Φινλανδία έως τη Γαλλία, οι άνθρωποι αισθάνονται προκατάληψη εναντίον των μουσουλμάνων με προβλήματα στην ενσωμάτωσή τους στις τοπικές κοινωνίες.
Νέο κύμα
Την ίδια στιγμή, στην «απέναντι όχθη», μεγάλη μερίδα μουσουλμάνων, νιώθοντας πως το περιοδικό προσέβαλε τον αγγελιοφόρο του Θεού, υποστήριζε πως η τιμωρία-δολοφονία 12 ανθρώπων (υπεύθυνων και μη), ήταν δικαιολογημένη! Και ας αρχίζει το Κοράνι το κάθε κεφάλαιό του με την επίκληση: «Εις το όνομα του Πολυεύσπλαχνου και Ελεήμονα Θεού». Ο Θεός για αυτή την μερίδα των ανθρώπων, μπορεί να δείξει έλεος και ευσπλαχνία, οι άνθρωποι όχι.
Η αλήθεια είναι, όπως βλέπουμε να εξελίσσεται αυτό το νέο κύμα ισλαμικής τρομοκρατίας, πως όλα εκείνα τα τρομακτικά και εφιαλτικά γεγονότα δεν σταμάτησαν ποτέ από το 2015 έως σήμερα. ∆εν σταμάτησαν οι διαδηλώσεις και ο φανατισμός εναντίον όποιου με οποιονδήποτε τρόπο θεωρείται πως προσβάλει τον προφήτη, δεν σταμάτησαν να υπάρχουν νεκροί, καμένες εκκλησίες και μηνύματα μίσους. Το ζήτημα παραμένει ανοικτό, όσο ένα μεγάλο μέρος μουσουλμάνων θεωρούν τα δημοσιεύματα αυτού του είδους αποτελούν πρόκληση και ασέβεια εναντίον της θρησκείας τους. Άλλωστε, η ελευθερία του λόγου και η σάτιρα δεν αποτελούν παράδοση των κοινωνιών αυτών.
Κάπως έτσι η ασφάλεια της Ευρώπης με την επίθεση εναντίον του καθηγητή στο Παρίσι μπήκε ξανά στο προσκήνιο. Ταυτόχρονα, πέρα από αυτή την απειλή, τέθηκε σε αμφιβολία η πολυπολιτισμικότητα ως πρόγραμμα και ως στόχος των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Και στους λαούς της Ευρώπης τέθηκε – όχι τόσο έντονα λόγω της πανδημίας, αλλά θα φανεί σύντομα – ένα ερώτημα, μία αμφιβολία, για το αν η Ευρώπη θα μπορέσει να συνεχίσει την πολιτική των ανοιχτών συνόρων και ταυτόχρονα να διασφαλίσει την εσωτερική της γαλήνη.
Το ερώτημα είναι υπαρκτό και έχει αντικρουόμενες πλευρές. Από τη μία, οι θιασώτες της πολυπολιτισμικότητας και από την άλλη, εκείνοι που δεν μπορούν να αποδεχθούν την ανοχή στη διαφορετικότητα του Ισλάμ ως πρακτική και τρόπο ζωής μέσα στην καρδιά της Ευρώπης.
Η ισλαμοφοβία ως πεποίθηση ή ως πολιτικό κίνημα στην Ευρώπη – τέτοια κινήματα βρίσκονται εν δράσει – είναι μια θρυαλλίδα στα θεμέλια και της ευρωπαϊκής ασφάλειας της οικονομίας, αλλά και των σχέσεών της με τις 57 ισλαμικές χώρες και δεν διαφέρει καθόλου από τα πιστεύω και τις πρακτικές του ακραίου Ισλάμ.
Το πρόβλημα είναι, όχι απλά πολύπλοκο, αλλά βαθιά ιστορικό και δεν αφορά μόνο τη ∆ύση. Ας μην ξεχνάμε πως μετά την «11η Σεπτεμβρίου» η τρομοκρατία δεν είναι μόνο μια πράξη κατά της ∆ύσης, αλλά βρίσκεται παντού. Μουσουλμάνοι δολοφονούνται, εξανδραποδίζονται ή υποχρεούνται σε φυγή από τους άλλους μουσουλμάνους. Κάτι που δεν συμβαίνει μόνο στη Συρία ή το Ιράκ, αλλά και στην Ινδονησία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, την Αίγυπτο, τη Λιβύη και άλλες ισλαμικές χώρες.
Αιρέσεις
Το Ισλάμ βιώνει έναν εσωτερικό πόλεμο ανάμεσα σε αιρέσεις, φυλές και εθνότητες με διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις, αλλά και στις ίδιες τις μουσουλμανικές κοινωνίες κυριαρχεί εξίσου βία, αποκλεισμός, αυταρχισμός και η επιστροφή σε ένα εξωπραγματικό για σήμερα παρελθόν. Το Ισλάμ όχι μόνον δεν έχει διανύσει τον Ρουβίκωνα της ανεκτικότητας προς τους ετερόδοξους, αλλά ούτε καν προς τους «άλλους» μουσουλμάνους.
Ό,τι συμβαίνει σήμερα στο Παρίσι, τη Βιέννη, το Βερολίνο ή αλλού δεν είναι μόνο πρόβλημα της Ευρώπης. Αν οι απανταχού σώφρονες μουσουλμάνοι δεν αντιδράσουν εναντίον της βαρβαρότητας, τότε η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε πρόβλημα ιστορικών διαστάσεων. Η ανεκτικότητα και οι νομικές δικλίδες για ειρηνική συμβίωση εντός της Ευρώπης δεν θα είναι αρκετές ώστε να αποτρέψουν τις συγκρούσεις με ένα κύμα ισλαμοφοβίας το οποίο έχει ξεπεράσει εδώ και καιρό τη ρητορική του μίσους- αρχίζει να προβαίνει σε πράξεις.
Η δεύτερη Έκθεση για την Ισλαμοφοβία στην Ευρώπη που δημοσιεύτηκε πέρυσι (όπου αξιολογούνται 27 χώρες) από το Ίδρυμα Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών (SETA), προειδοποιεί πως η ισλαμοφοβία έχει μετατραπεί σε μια μεγάλη απειλή για τη δημοκρατική τάξη, την κοινωνική ειρήνη και τις αξίες της ΕΕ, αλλά και τη συνύπαρξη των διαφορετικών πολιτισμών, θρησκειών και εθνών.
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση: «Η ισλαμοφοβία έχει γίνει ακόμη πιο ορατή κυρίως στην καθημερινή ζωή των μουσουλμάνων που ζουν στην Ευρώπη. Στο σημείο που έχει φτάσει σήμερα, έχει ξεπεράσει προ πολλού το κατώφλι μόνο μιας ρητορικής μίσους σε βάρος των μουσουλμάνων και μετατράπηκε σε μια απτή έχθρα κατά που φανερώνεται με σωματικές επιθέσεις κατά των μουσουλμάνων σε σχολεία, χώρους εργασίας, μέσα μεταφοράς και στους δρόμους». Υπογραμμίζεται δε, ότι οι μουσουλμάνοι πρέπει να μπορούν να επωφεληθούν από τα θεμελιώδη δικαιώματα που προσφέρονται στις υπόλοιπες κυρίαρχες θρησκευτικές ή πολιτικές ομάδες χωρίς αυτό να μετατρέπεται σε ένα πρόβλημα ασφαλείας ή ενοχοποίηση. Τονίζεται χαρακτηριστικά: «΄Ολες οι δημοκρατικές δυνάμεις στην Ευρώπη πρέπει να αμφισβητήσουν τη μεταμόρφωση του Ισλάμ σε ένα ζήτημα ασφαλείας εξ ονόματος του αγώνα κατά του βίαιου εξτρεμισμού και σαν αποτέλεσμα αυτής την παρεμπόδιση των μουσουλμάνων να ζουν ελεύθερα τη θρησκεία τους, τον περιορισμό των δικαιωμάτων συνάθροισης και ταξιδιού τους (…) η Ευρώπη δεν χρειάζεται μόνο πολιτικούς που αντιστέκονται στις ρητορικές μίσους των ακροδεξιών και λαϊκιστικών κομμάτων αλλά και θαρραλέους πολιτικούς οι οποίοι θα αγωνιστούν κατά του ισλαμοφοβικού θεσμοθετημένου ρατσισμού που βάζει στο στόχαστρο τους μουσουλμάνους στους τομείς απασχόλησης, παιδείας, γραφειοκρατίας και ΜΜΕ».
Επιθέσεις
Την προηγούμενη εβδομάδα η γερμανική εφημερίδα Neue Osnabrueckner Zeitung, εξετάζοντας το ξέσπασμα ενός νέου ισχυρού κύματος ισλαμοφοβίας μετά τα γεγονότα σε Παρίσι και Βιέννη, αναφέρει πως οι γερμανικές Αρχές κατέγραψαν τουλάχιστον 950 επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και μουσουλμανικών ιδρυμάτων το 2017 (στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών). Σύμφωνα με το Reuters, ο Αϊμάν Μάζιεκ, επικεφαλής του Κεντρικού Συμβουλίου Μουσουλμάνων της Γερμανίας, αναφέρει πως ο αριθμός των επιθέσεων εναντίον του μουσουλμανικού πληθυσμού είναι πιθανώς πολύ μεγαλύτερος, αφού δεν καταγράφονται όλες από τις Αρχές και κάποια θύματα δεν καταγγέλλουν τις επιθέσεις.
Η έννοια της πολυπολιτισμικότητας στις χώρες της ∆ύσης έχει αλλάξει εν μέσω της προσφυγικής κρίσης. Οι δυτικές κοινωνίες έχουν γίνει πιο εσωστρεφείς, και αυτό αντανακλάται έντονα στην πολιτική και τη δημόσια σφαίρα. Αντι-ισλαμικές πολιτικές υιοθετούνται ολοένα και περισσότερο από τις δυτικές κυβερνήσεις, σε Ευρώπη και Αμερική και η άνοδος ακροδεξιών ομάδων και πολιτικών κομμάτων θέτουν σε αμφισβήτηση την «ανεκτικότητα» των δυτικών κοινωνιών.
Τα τελευταία χρόνια, όλες οι επιθέσεις μουσουλμάνων που έπεφταν με οχήματα σε πλήθος πολιτών, με μοιραίες απώλειες, οδήγησαν σε ένα στερεότυπο: Κάθε δράστης των επιθέσεων αυτών χαρακτηρίστηκε ως τρομοκράτης, από τις εκάστοτε πολιτικές και αστυνομικές αρχές και από τα μέσα ενημέρωσης. ∆εν δίνεται, όμως, το ίδιο εύκολα ο χαρακτηρισμός αυτός σε κάθε επίθεση ενός λευκού Αμερικανού πολίτη που ανοίγει πυρ στο πλήθος μιας συναυλίας, ενός σχολείου ή ενός εμπορικού κέντρου σκοτώνοντας δεκάδες ανθρώπους, παρόλο που η πράξη είναι το ίδιο αποτρόπαια.
Αυτό που στην ουσία φαίνεται ως ένα απλό ζήτημα χαρακτηρισμού, στην πραγματικότητα οδηγεί στον στιγματισμό μιας ολόκληρης κοινότητας. Φυσικά, δεν υπονοείται εδώ ότι οι αποδεδειγμένες επιθέσεις ισλαμιστών δεν είναι τρομοκρατία! Ωστόσο, ο συστηματικός συσχετισμός του Ισλάμ με αυτήν, οδηγεί σε μια αναπόφευκτη ταύτιση των δύο εννοιών. Το να αποδίδουμε την ευθύνη σε κάποιον για αυτού του είδους τις ενέργειες είναι μια φυσιολογική ανθρώπινη ανάγκη- για να μας βοηθήσει να δικαιολογήσουμε τον πόνο που προκαλούν. Το Ισλάμ, με το γνωστό σε όλους Τζιχάντ, αποτελεί πλέον έναν «οικείο ένοχο» και η συχνή αυτή ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία δημιουργεί αυτή την τάση να βλέπουμε τους μουσουλμάνους καχύποπτα.
Χάσμα
Η ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία, έχει εξαιρετικά επικίνδυνα αποτελέσματα. Ο δυτικός κόσμος έχει υποφέρει από πολλές επιθέσεις τα τελευταία χρόνια και ο συνδυασμός του αισθήματος ανασφάλειας και της αντίληψης των μουσουλμάνων ως πιθανούς τρομοκράτες οδηγεί σε φόβο και μίσος. Η απεικόνιση του Ισλάμ ως ένας επικίνδυνος «άλλος» από τον πολιτικό και δημοσιογραφικό λόγο δημιουργεί ένα χάσμα, το οποίο τοποθετεί ορισμένες κοινωνικές ομάδες σε θέση άμυνας. Έτσι ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας διαχωρισμένης και ρατσιστικής κοινωνίας, στην οποία οι ισλαμοφοβικές επιθέσεις και οι ακροδεξιές ομάδες θα αυξάνονται αλλά και οι αντιδράσεις από την πλευρά των μουσουλμάνων θα γίνονται ολοένα και πιο βίαιες. Η αναφορά της Neue Osnabrueckner Zeitung στις επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και το αντίθετο είναι ένα μικρό παράδειγμα αυτής της νέας κατάστασης, η οποία, δυστυχώς, δεν καταγράφεται από τα μέσα ενημέρωσης όσο θα έπρεπε. Αποτελεί, πάραυτα, έναν υπαρκτό κίνδυνο για τις δημοκρατικές κοινωνίες.
Εν όψει αυτού του νέου υπαρκτού κινδύνου η ΕΕ σχεδιάζει να διορίσει τον πρώτο συντονιστή της κατά του ρατσισμού. Ωστόσο, ειδικοί αναφέρουν πως αυτή η ιδέα δεν θα έχει κανένα νόημα, εάν το αντι-μουσουλμανικό μίσος δεν αποτελεί μέρος του χαρτοφυλακίου του. ∆ιότι, όπως αναφέρουν, αντί να οικοδομήσουμε μια «πραγματικά αντιρατσιστική ένωση», όπως θα ήθελε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, έχουμε μέχρι σήμερα χτίσει μια αντι-μουσουλμανική.
Το 2019, σε μια έρευνα που διεξήχθη για το Monitor Religion του Bertelsmann Stiftung επιβεβαίωσε και πάλι την ευρεία δυσπιστία απέναντι στους μουσουλμάνους στην Ευρώπη. Στη Γερμανία και την Ελβετία, ένας στους δύο ερωτώμενους είπε ότι αντιλαμβάνεται το Ισλάμ ως απειλή. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, δύο στους πέντε μοιράζονται αυτήν την αντίληψη. Στην Ισπανία και τη Γαλλία, περίπου το 60% πιστεύει ότι το Ισλάμ είναι ασυμβίβαστο με τη «∆ύση». Στην Αυστρία, ένας στους τρεις δεν θέλει να έχει μουσουλμάνους γείτονες.
Ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) επιβεβαιώνει αυτά τα ευρήματα στην πιο πρόσφατη έκθεσή του σχετικά με την άνοδο και την έννοια των εγκλημάτων μίσους κατά των μουσουλμάνων. Το ίδιο κάνει και ο συντονιστικός φορέας της ευρωπαϊκής αστυνομίας Europol: Το 2019, η ακροδεξιά τρομοκρατία αυξήθηκε και αυτό που είναι πιο εκπληκτικό είναι το πόσο γρήγορα ο αντι-μουσουλμανικός ρατσισμός έγινε βίαιος.
ΟΑΣΕ
Ο ΟΑΣΕ επιβεβαιώνει, επίσης, αυτά τα ευρήματα στο δικό του έγγραφο σχετικά με εγκλήματα μίσους εναντίον μουσουλμάνων.
Από την Ισπανία έως τη Βουλγαρία και από τη Φινλανδία έως τη Γαλλία, οι άνθρωποι αισθάνονται προκατάληψη εναντίον των μουσουλμάνων, ανεξάρτητα από το μέγεθος της οικονομίας της χώρας, τη μουσουλμανική κοινότητα, τη θρησκευτική, φυλετική ή εθνοτική κοινωνική σύνθεση, το είδος των ιστορικών σχέσεων με τον Νότο και τον μουσουλμανικό κόσμο, ή ακόμη και τη πολιτική για τους πρόσφυγες μετά το 2015.
Ο ρατσισμός για παράδειγμα στη Γερμανία και η αντι-μουσουλμανική προκατάληψη προετοιμάζει γόνιμο έδαφος για βία. Το κόμμα Alternative für Deutschland, το οποίο ισχυρίζεται ότι υπερασπίζεται τις εβραιοχριστιανικές αξίες ενάντια στον λεγόμενο ισλαμισμό, είναι τώρα το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στο εθνικό κοινοβούλιο.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η κριτική στη θρησκεία είναι απαράδεκτη ή ότι όλοι οι Ευρωπαίοι είναι ρατσιστές. Ωστόσο, η ξενοφοβία αυξάνεται σε κρίσεις και σήμερα ζούμε σε κρίση – η πανδημία, η επικείμενη ύφεση και η παγκόσμια αβεβαιότητα μπορεί να επιδεινώσουν τον ήδη υπαρξιακό κίνδυνο για την ΕΕ και τη δημοκρατία.
Τα καλά νέα είναι ότι, χάρη στις διαμαρτυρίες του Black Lives Matter, το έδαφος είναι πλέον εύφορο στην Ευρώπη για αντι-ξενοφοβικό ακτιβισμό και πολιτικές. Η δημιουργία ενός συντονιστή κατά του ρατσισμού της ΕΕ θα μπορούσε να αναζωογονήσει μια πανευρωπαϊκή προσέγγιση για τον αντι-μουσουλμανικό ρατσισμό και να χτίσει ένα αδιαπέραστο τοίχο απέναντι σε αυτήν τη νέα μορφή ακραίας βίας που δείχνει να υποβόσκει στα σπλάχνα της Ευρώπης. Γιατί ο ρατσισμός δεν είναι προσωρινό ή μεταβατικό φαινόμενο. Είναι μια κοινωνική πανδημία που εισβάλλει στις δομές της κοινωνίας, αποσυνθέτοντας όλους τους τομείς της ζωής.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί