Οι βασικές απειλές με τις οποίες είναι αντιμέτωπη η Νορβηγία ως προς την τρομοκρατία είναι πρόσωπα που εμπνέονται από τη δράση τζιχαντιστών ή ανήκουν σε οργανώσεις της άκρας δεξιάς, κατά την υπηρεσία πληροφοριών και εσωτερικής ασφαλείας της χώρας (Politiets sikkerhetstjeneste, PST).
Στην ετήσια έκθεσή της, η υπηρεσία επισήμανε εξάλλου τον ρόλο των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης, κάνοντας λόγο για πιθανές ταραχές με τη συμμετοχή ανθρώπων που εναντιώνονται στα περιοριστικά μέτρα για να ελεγχθεί η πανδημία του νέου κορονοϊού.
Η απειλή ισλαμιστικών ενεργειών συνδέεται με τις εντάσεις που προκαλούν οι αντεγκλήσεις περί ελευθερίας του λόγου και αυτές που πολλοί μουσουλμάνοι θεωρούν επιθέσεις στο Ισλάμ, κατά την PST.
Η υπηρεσία εκτιμά ότι το πιθανότερο σενάριο είναι να δράσει κάποιο πρόσωπο μεμονωμένα, επιλέγοντας πολυσύχναστο δημόσιο χώρο ή κάποια συμβολική τοποθεσία για να χτυπήσει. Στο ιδιόλεκτο των υπηρεσιών πληροφοριών τέτοιες επιθέσεις αποκαλούνται συχνά ενέργειες «μοναχικών λύκων».
Υπάρχει ένα νέο «φάσμα εξτρεμιστικών δικτύων» που δραστηριοποιούνται «ψηφιακά», τόσο «ακραίων ισλαμιστικών» ομάδων, όσο και «εξτρεμιστικών ακροδεξιών κύκλων», που αναδεικνύονται στο «τρομοκρατικό προσκήνιο» το 2021, όπως το έθεσε μιλώντας σε δημοσιογράφους ο Χανς Σφάγια Σιεφόλντ, ο επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών και εσωτερικής ασφαλείας της Νορβηγίας.
Τα μέτρα που επιβάλλονται για να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας θα μπορούσαν επίσης να πυροδοτήσουν βίαια επεισόδια, σύμφωνα με τον επικεφαλής της PST.
«Σε άλλες χώρες, η πανδημία έχει οδηγήσει σε μεγάλες διαδηλώσεις», εξήγησε.
Χαρακτήρισε ακόμη δυνητική απειλή το γεγονός ότι πολλοί εργαζόμενοι στο σπίτι δεν έχουν ασφαλή συστήματα πληροφορικής.
Τόσο η PST, όσο και η υπηρεσία πληροφοριών του νορβηγικού στρατού, σε χωριστή έκθεση, επισήμαναν ακόμη τις απειλές που εγείρει η δράση υπηρεσιών κατασκοπείας άλλων κρατών, όπως η Κίνα και η Ρωσία.
Πέρυσι, η PST κατηγόρησε hackers που ερίζει ότι συνδέονταν με τη ρωσική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών πως παραβίασαν λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μελών και υπαλλήλων του κοινοβουλίου στο Όσλο. Η Μόσχα το διέψευσε.