Στα «κάγκελα» βρίσκονται οι πρώην σύντροφοι- μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη», αφού ανά διαστήματα εξαπολύουν ο ένας στον άλλο «πυρά» και καρφώματα. Με εκτενές άρθρο του στην«Ελευθεροτυπία», ο Β. Τζωρτζάτος επιτίθεται με δριμύτητα κατά του Κουφοντίνα, κατηγορώντας τον ευθέως ότι σκόπιμα άφησε ενοχοποιητικά στοιχεία στη γιάφκα της οργάνωσης, μετά την έκρηξη στον Πειραιά και τον τραυματισμό του Σάββα Ξηρού, το καλοκαίρι του 2002, με σκοπό να συλληφθούν όλα τα μέλη της οργάνωσης, αφού, όπως ισχυρίζεται, είχε προϋπάρξει συμφωνία με τις διωκτικές αρχές.
Μάλιστα, υποστηρίζει ότι ο Κουφοντίνας μετέφερε επίτηδες παλαιά χειρόγραφα για τις αμοιβές των τρομοκρατών και φρόντισε μόνο να σβηστούν τα ίχνη που υπήρχαν για να απαλλαγούν συγγενικά του πρόσωπα, ενώ ισχυρίζεται ότι αυτά που λέει και γράφει είναι… υπαγορευμένα από την αμερικανική υπηρεσία CIA.
Επίσης, ο κρατούμενος τρομοκράτης, ο οποίος έχει έρθει σε αντιπαράθεση με την ομάδα Κουφοντίνα – Ξηρού στις φυλακές, όπου είναι σε επαφή μόνον με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, ο οποίος αρνείται τη συμμετοχή του στην οργάνωση, υποστηρίζει στο ίδιο κείμενο ότι δέχθηκε επανειλημμένα απειλές για τη ζωή του, και ότι για τον εκφοβίσουν επιχειρούν να τον βγάλουν ως «χαφιέ».
Ο Β. Τζωρτζάτος πρόσφατα και με αφορμή το βιβλίο που εξέδωσε πριν από λίγο καιρό ο Δ. Κουφοντίνα είχε αποκαλύψει ότι ο εκτελεστής της «17 Ν» βιαζόταν να γίνει το χτύπημα της οργάνωσης κατά του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάννη Παλαιοκρασσά, επειδή ήθελε να πάει διακοπές, γεγονός που στοίχισε τη ζωή του ανυποψίαστου νεαρού Θάνου Αξαρλιάν.
Στο κείμενο του, ο Τζωρτζάκος επανέρχεται στο βιβλίο του Κουφοντίνα, υποστηρίζοντας ότι περιέχει πολλά ψέματα που στόχο έχουν να τον κάνουν «ήρωα», ενώ διηγείται σπαρταριστά περιστατικά από την κοινή δράση τους, με πιο χαρακτηριστικό ένα αυτοτραυματισμό του αρχιεκτελεστή της «17Ν», τον οποίο ο ίδιος εμφανίζει ως αποτέλεσμα… μάχης με την Αστυνομία.
Ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα της επιστολής Τζωρτζάτου που δημοσιεύει η «Ελευθεροτυπία» είναι τα ακόλουθα:
“Αυτός που πήγε στο σπίτι (Σ.Σ στη γιάφκα της οργάνωσης) το βράδυ, μετά την έκρηξη στον Πειραιά, δεν πήγε για να τ’ αδειάσει, αλλά για να το γεμίσει. Μετέφερε εκεί τα χειρόγραφα που έκαιγαν σχεδόν όλους τους κατηγορούμενους…”