Βασίλης Παλαιοκώστας :”Αγνός έρωτας, πώς να μην υποκλιθείς! Να ένας λόγος που πρέπει να υπάρχει στη ζωή μας ,γιατί πετάει” γράφει ο Βασίλης Παλαιοκώστας στο κεφάλαιο “Έρωτας στα σύννεφα”. Ο πιο διάσημος “φαντομάς” της Ελλάδας ,που έχει επικηρυχθεί με 1 εκ. ευρώ ,περιγράφει με αυτό τον τρόπο τη γυναίκα που συνέβαλε στην τρίτη και τελευταία του απόδραση από τις φυλακές Κορυδαλλού, μαζί με τον Αλκέτ Ριζάι τον Φεβρουάριο του 2009.
Τρεις αποδράσεις στο σύνολο, δύο με ελικόπτερο, οι δύο τελευταίες από τις φυλακές Κορυδαλλού, σε διάστημα 2,5 ετών μετρά ο Βασίλης Παλαιοκώστας. Αν διαβάσει κανείς το βιβλίο 600 σελίδων με τίτλο “Μια φυσιολογική ζωή, δράσεις και αποδράσεις ενός επικηρυγμένου” με εξώφυλλο στο οποίο δεσπόζει -τι άλλο- ένα ελικόπτερο, θα αντιληφθεί πως, στην τελευταία “πτήση προς την ελευθερία” (όπως τη χαρακτηρίζει ο “αόρατος” συγγραφέας του) τον Φεβρουάριο του 2009, υπήρχε και “γυναικείος δάκτυλος”.
Και μάλιστα καθοριστικός…
Όχι μόνο για την εκτέλεση του σχεδίου της απόδρασης του ίδιου και του Αλκέτ Ριζάι, αλλά και για την “ωρίμανση” της ιδέας να το εφαρμόσει σε μία περίοδο που τα πλάνα του ήταν διαφορετικά και οι συνθήκες μη ευνοϊκές. Όπως γράφει ο -κατά το BBC- “Uncatchable” της Ιντερπόλ και των ελληνικών αρχών στο βιβλίο που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2019 (“Εκδόσεις των Συναδέλφων”), η ιδέα της απόδρασης με πανομοιότυπο χολιγουντιανό τρόπο και από τις ίδιες φυλακές έμοιαζε “τρελή”, έξι μόλις μήνες μετά τη σύλληψή του και λιγότερα από 3 χρόνια μετά την επιστροφή του στον τόπο του προηγούμενου “εγκλήματος”.
Εκείνη την περίοδο, τον Φεβρουάριο του 2009, ο Βασίλης Παλαιοκώστας είχε μεταφερθεί από την Κέρκυρα στον Κορυδαλλό, προκειμένου να παρίσταται στις -ανά τακτά χρονικά διαστήματα- δίκες για την πρώτη του απόδραση. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις υποψίες που είχε κινήσει η συνύπαρξή του με τον Αλκέτ Ριζάι στην απομόνωση (απόφαση βέβαια που πάρθηκε με εντολή αστυνομίας) λειτουργούσαν αποτρεπτικά στη σκέψη κάθε άμεσου σχεδίου απόδρασης. Όχι και έμμεσου βέβαια, καθώς, σύμφωνα με τα γραφόμενά του , “είχα αφήσει στην Κέρκυρα τους συγκρατούμενους να δουλεύουν το εκεί σχέδιο”. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και όπως αυτό συνδέεται με την απάντηση που φέρεται να έδωσε στην πρόταση του “λαρτζ” (έτσι τον αποκαλεί) Αλκέτ Ριζάι για “απόδραση με ελικόπτερο Νο2”:
“Είναι πολύ νωρίς για μένα να σχεδιάζω αποδράσεις. Δεν έχουν περάσει έξι μήνες από τότε που με πιάσαν. Είμαι διαρκώς στο στόχαστρό τους”, γράφει ο Β. Παλαιοκώστας στο βιβλίο του, μεταφέροντας την προσπάθεια του βαρυποινίτη στις φυλακές Δομοκού πια, Ριζάι να τον πείσει, πράγμα που όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, πέτυχε.
“Έρωτας στα σύννεφα”
“Τα μόνα που μπορώ να διαθέσω είναι χρήματα και το μυαλό μου. Αν θεωρείς ότι μπορείς να καλύψεις όλα τα υπόλοιπα, προχωράμε”. Με αυτή την ατάκα, ο καταζητούμενος “φαντομάς” των αρχών, προλογίζει ουσιαστικά την περιγραφή όσων ακολούθησαν, εντάσσοντας στα “υπόλοιπα” που παρήγγειλε στον Ριζάι και μία προσωπικότητα, η οποία αποδείχτηκε καθοριστική για τη νέα κοινή φαντασμαγορική τους απόδραση από αέρος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ποινικές διώξεις σε βαθμό κακουργήματος κατά των 7 συλληφθέντων για την ναρκω-νταλίκα
18χρονοι «πιστολέρο» αναστάτωσαν το Καστέλι Κισσάμου
Μία γυναικεία φιγούρα με το όνομα “Βούλα”, η οποία είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στο επόμενο κεφάλαιο του βιβλίου με τίτλο “Έρωτας στα σύννεφα”. Αλλά όχι μόνον εκεί. Η αποφασιστικότητα της εν λόγω γυναίκας να συνδράμει στην απόδρασή τους με ελικόπτερο και η συμβολή της στο σχέδιο, λειτούργησε ως καταλυτικός παράγων στην υλοποίησή του, αλλά και ως “πειστήριο” μεταξύ αυτών που έψαχνε ο Β. Παλαιοκώστας για να ανάψει το πράσινο φως προς τον δρόμο της ελευθερίας.
“Εκείνη την ώρα συνομιλούσε με κάποια Βούλα. Ήταν η κοπέλα που μου είχε αναφέρει πολλές φορές ως διαθέσιμη αεροπειρατίνα. Η μεταξύ τους συνομιλία ήταν λίγο έντονη. Φαινόταν να υπάρχουν διαφωνίες. Κάποια στιγμή, δίχως προειδοποίηση, μου έδωσε το χαντς φρι (σ.σ. ο Ριζάι) λέγοντάς μου:
– Μίλα της εσύ λίγο, ρε φίλε, δεν καταλαβαίνει!
Έπιασα και έβαλα ξαφνιασμένος το ακουστικό στο αυτί…
– Έλα, Βούλα… Τι κάνεις;
– Καλά, μια χαρά!
– Με ξέρεις εμένα;
– Ποιος δεν σε ξέρει;
– Έχεις κατανοήσει επακριβώς τι είναι αυτό που καλείσαι να κάνεις; Ποιες επιπτώσεις θα έχει στη ζωή σου;
Ναι! Τα έχω σκεφτεί. Είμαι αποφασισμένη να το κάνω. Το θέλω περισσότερο απ’ τον Αλκέτ!”
Η παραπάνω στιχομυθία , που μεταφέρεται αυτούσια από το “Μια φυσιολογική ζωή”, ήταν και το έναυσμα για να τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο της απόδρασης, έχοντας γοητευτεί από το θράσος και την αποφασιστικότητα της νέας τους συνεργού, όπως περικλείεται σε μία του φράση:
“Αγνός έρωτας! Πώς να μην υποκλιθείς! Να ένας λόγος που πρέπει να υπάρχει στη ζωή μας. Γιατί πετάει!”, γράφει, εξηγώντας εν συνεχεία πώς “η σιγουριά που εξέπεμψε η φωνή της στην απάντησή της” τον είχε μόλις συνεπάρει, διαβεβαιώνοντάς τον για την τελική του επιλογή και δική της εμπλοκή στο πλάνο που “χάρη στην εκφορά λόγου της Βούλας, αναποδογύρισε την κλεψύδρα για τη μεγάλη έξοδο”.
“Ήμουν πια σίγουρος πως εκεί έξω υπήρχε μια γυναίκα απόλυτα συνειδητοποιημένη για το τι ακριβώς επρόκειτο να κάνει κι άλλο τόσο αποφασισμένη να το πετύχει. Πίστευε στον εαυτό της, μα πρωτίστως σε εμάς και δεν είχαμε δικαίωμα να την απογοητεύσουμε”, ήταν μερικά από τα κολακευτικά σχόλια με τα οποία ο Βασίλης Παλαιοκώστας περιγράφει τη δική της συμμετοχή και τη δική του εκτίμηση στο πρόσωπό της:
“Η Βούλα θα αποδεικνυόταν ότι δεν ήταν απλό εργαλείο αλλά πολυτάλαντο θηλυκό με τσαγανό. Έκανε μόνη της όλη την προετοιμασία, χωρίς να παραπονεθεί ούτε μια φορά. Σπουδαίο προσόν. Απαραίτητο για να έχουν αίσια έκβαση τέτοιου είδους επιχειρήσεις”.
Το μεσημέρι της Κυριακής 22 Φεβρουαρίου, τη μέρα που οι Βασίλης Παλαιοκώστας και Αλκέτ Ριζάι απέδρασαν από την ταράτσα του Κορυδαλλού, πάνω από τα κελιά της απομόνωσης όπου κρατούνταν, η “Βούλα” βρισκόταν μέσα στο ελικόπτερο που προσγειώθηκε για να τους παραλάβει. Ήταν, σύμφωνα με τον συγγραφέα του βιβλίου, η ίδια που τους είχε προειδοποιήσει ότι πλησιάζουν, αλλά και αυτή που τους βοήθησε να ανέβουν στο ελικόπτερο (με χρήση ανεμόσκαλας), πράγμα βέβαια που επίσης ελέγχεται, καθώς, βίντεο που κυκλοφόρησε λίγο μετά τη έκδοση του βιβλίου του, αμφισβητούσε την ύπαρξη σκάλας.
“Άνοιξε η πόρτα και είδα τη Βούλα με μια ανεμόσκαλα τυλιγμένη ρολό στην αγκαλιά της. Έδεσε τη μία της άκρη στο πόδι του ελικοπτέρου και με την άνεση που θα έστρωνε κουβέρτα πικνίκ στην εξοχή, την άφησε να ξετυλιχτεί κάθετα στον τοίχο της απομόνωσης”, γράφει ο Β. Παλαιοκώστας, περιγράφοντας τη στιγμή της επιβίβασής τους στο ελικόπτερο, όπου και εδώ εμφανίζεται να εξάρει την ψυχραιμία της:
“Βράχος η Βούλα! Τολμηρή και καταλυτική. Περίμενε μέχρι να φτάσω, να ξελύσω τη σκάλα, να μπω στο ελικόπτερο και τότε μπήκε η ίδια. Με το πάσο της φυσικά, σαν σε εκδρομή αναψυχής”.
Η τελευταία αναφορά στη Βούλα γίνεται λίγες γραμμές παρακάτω, όταν, μετά την προσγείωση του ελικοπτέρου κοντά στα διόδια των Αφιδνών, οι δρόμοι τους χώρισαν: “Προσγειωθήκαμε σε μια αλάνα, δίπλα απ’ τον παράδρομο της εθνικής όπου μας περίμενε ένας φίλος του Αλκέτ με δύο αυτοκίνητα. Κατέβηκαν όλοι και τρέξαν στα σταθμευμένα αυτοκίνητα. Ο Πάρης και η Βούλα πήραν το Ραβ και φύγαν αμέσως”.
Παρά τη σημασία της συνδρομής της αυτόκλητης συνεργού και της επιμονής της να βοηθήσει, η οποία τονίζεται με ενθουσιασμό και διθυράμβους από τον Β. Παλαιοκώστα, η μυστηριώδης παρουσία της χάνεται απότομα στις αφηγήσεις που ακολουθούν.
Πηγή: news247