Tα σκάνδαλα όπως το Qatargate και το Chinagate είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου σε ότι αφορά την κατασκοπεία στη βελγική πρωτεύουσα, προειδοποίησε σήμερα σε συνέντευξή του ο υπουργός Δικαιοσύνης του Βελγίου Πολ Βαν Τίγκχελτ επισημαίνοντας ότι «στις Βρυξέλλες οι κατάσκοποι βρίσκονται παντού», σύμφωνα με το Politico.
Οι Βρυξέλλες φιλοξενούν όχι μόνο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και το ΝΑΤΟ αλλά και περίπου 100 άλλους διεθνείς οργανισμούς και περίπου 300 ξένες διπλωματικές αποστολές, γράφει το Politico. Οι κυνηγοί κατασκόπων του Βελγίου, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια αυτών των ευρωπαϊκών και ΝΑΤΟϊκών οργανώσεων, αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότερο τη ρωσική εχθρότητα, την κινεζική κατασκοπεία και την επιστροφή της σκληροπυρηνικής γεωπολιτικής, τονίζει ο Τίγκχελτ
Το πρόβλημα, όπως υπογραμμίζει, είναι φυσικά κάθε άλλο παρά νέο, δεδομένου του ρόλου των Βρυξελλών στη διεθνή σκηνή. Λέγεται ότι η κατασκοπεία είναι το δεύτερο αρχαιότερο επάγγελμα στον κόσμο. Ως εκ τούτου, ο ευρωπαϊκός συντονισμός είναι βασικός και βελτιώνεται συνεχώς, δηλώνει ο Βαν Τίγκχελτ, ο οποίος προεδρεύει των συνεδριάσεων των υπουργών Δικαιοσύνης της ΕΕ καθώς η χώρα του ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ.
Λόγω των κατασκοπευτικών απειλών, η βελγική κυβέρνηση έχει διπλασιάσει το ανθρώπινο δυναμικό των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας σε περίπου χίλιους υπαλλήλους. Η προτεραιότητά της έχει επίσης εν μέρει μετατοπιστεί από την αντιτρομοκρατική – μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες το 2015 και το 2016- στην αντικατασκοπεία. Το Βέλγιο έχει επίσης επενδύσει σε συνδέσμους με αξιωματούχους σε Ουάσιγκτον, Χάγη και το Μαρόκο.
Οι εξελισσόμενες απειλές
Το Βέλγιο είχε επίσης να αντιμετωπίσει πολλά σκάνδαλα κατασκοπείας υψηλού προφίλ το τελευταίο χρονικό διάστημα. Υπάρχει το «Qatargate», στο οποίο ύποπτοι που συνδέονται με το Ευρωκοινοβούλιο φέρονται να δέχτηκαν χρήματα ή δώρα από το Κατάρ προσφέροντας ανταλλάγματα. Το Μαρόκο και η Μαυριτανία φέρονται επίσης να έχουν προβεί σε δωροδοκίες προκειμένου να έχουν επιρροή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Υπάρχει επίσης και το «Chinagate», με στόχο τον Frank Creyelman του ακροδεξιού κόμματος Vlaams Belang. Ο Creyelman, ο οποίος δέχθηκε πυρά τον περασμένο Δεκέμβριο μετά από τις συνομιλίες που διέρρευσαν μεταξύ του ιδίου κι ενός Κινέζου κατάσκοπου, λέγεται ότι επηρεάζει τη βελγική πολιτική με αντάλλαγμα δωροδοκίες για περισσότερα από τρία χρόνια.
Υπάρχουν και άλλες πιθανές απειλές καθώς το 2024 θα είναι έτος – κλειδί καθώς το Βέλγιο όπως και η ΕΕ οδεύουν προς τις κάλπες. Ως αποτέλεσμα οι υπηρεσίες πληροφοριών πρέπει να προετοιμαστούν για κυβερνοεπιθέσεις και παραπληροφόρηση, λέει ο Βέλγος φιλελεύθερος υπουργός Δικαιοσύνης, που είναι επίσης αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
«Δεν είναι αδύνατο κάποια στιγμή ένα από αυτά τα καθεστώτα που δεν είναι τόσο κοντά μας να προσπαθήσει να νοθεύσει τις εκλογές παραβιάζοντας το σύστημα. Πρέπει να το γνωρίζουμε, καθώς είναι εφικτό.Το γεωπολιτικό πλαίσιο μας αναγκάζει να είμαστε λιγότερο αφελείς» τονίζει ο Βέλγος υπουργός Δικαιοσύνης.
Συνολικά, το Βέλγιο έχει απελάσει τώρα 41 Ρώσους διπλωμάτες για φερόμενη κατασκοπεία. «Η Ρωσία δεν εισέβαλε απλώς στην Ουκρανία, αλλά εμπλέκεται επίσης σε υβριδικό πόλεμο… και εδώ», είπε.
Για κάθε Δημοκρατία, η εύρεση της σωστής ισορροπίας για την ασφάλεια είναι δύσκολη, συνέχισε και πρόσθεσε πως «εάν το Βέλγιο αποφασίσει αύριο να περικόψει 10 δισεκατομμύρια ευρώ από την κοινωνική πρόνοια για να ενισχύσει τον τομέα της ασφάλειας, εγώ θα συμφωνήσω, αλλά αυτές είναι επιλογές που εσείς πρέπει να κάνετε. Μια δημοκρατία που τηρεί το κράτος δικαίου είναι σε κάποιο βαθμό πάντα ευάλωτη».
Τις επόμενες εβδομάδες, το βελγικό κοινοβούλιο πρόκειται να εγκρίνει νέους κανόνες που θα διευκολύνουν την τιμωρία όσων συλλαμβάνονται να κατασκοπεύουν. Οι τρέχουσες διατάξεις χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1930 και δεν κατατάσσουν την κατασκοπεία ως έγκλημα. Αυτό κατέστησε, για παράδειγμα, πιο δύσκολη τη δίωξη του Creyelman, ο οποίος έχει διαγραφεί από το κόμμα Vlaams Belang στο πλαίσιο του σκανδάλου Chinagate, σημειώνει το Politico.
Για τον Βέλγο υπουργό, η διεξαγωγή ποινικών ερευνών στο δικαστήριο είναι μόνο ένας από τους τρόπους δημιουργίας ενός «εχθρικού εργασιακού περιβάλλοντος» για τους κατασκόπους στην πατρίδα του. Άλλοι τρόποι περιλαμβάνουν την απέλαση διπλωματών για τη συμμετοχή τους σε κατασκοπεία, την ανάκληση αδειών εργασίας και το κλείσιμο ερευνητικών ιδρυμάτων που συνδέονται με την κατασκοπεία.
Για να δημιουργήσει ένα τέτοιο εχθρικό περιβάλλον εργασίας για τους κατασκόπους, το Βέλγιο θα πρέπει να συζητήσει περισσότερο από την αμυντική αντικατασκοπεία τις επιθετικές μεθόδους, όπως εξηγεί: «Είμαι πεπεισμένος για την ανάγκη μιας ισχυρής κρατικής ασφάλειας… που μπορεί να είναι πιο παρεμβατική από σήμερα. Σε ό,τι με αφορά, αυτή είναι η επόμενη συζήτηση που θα πρέπει να κάνουμε», ανέφερε, μεταξύ άλλων.