Τουλάχιστον 55 κρατούμενοι σκοτώθηκαν την Κυριακή και τη Δευτέρα, κάποιοι από τους οποίους στραγγαλίστηκαν, σε ένα κύμα βίας που ξέσπασε σε τέσσερις φυλακές της βόρειας Βραζιλίας.
Τη Δευτέρα τουλάχιστον 40 κρατούμενοι βρέθηκαν νεκροί σε τέσσερις φυλακές της πολιτείας Αμαζόνας, ενώ ο τελικός απολογισμός ενδέχεται να ήταν μεγαλύτερος αν δεν είχε επέμβει η αστυνομία, ανακοίνωσαν οι αρχές. Επιπλέον σε ένα από τα σωφρονιστικά καταστήματα 15 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί ήδη από την Κυριακή σε διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ κρατούμενων.
Όλοι οι κρατούμενοι που σκοτώθηκαν χθες «έφεραν σημάδια θανάτου από ασφυξία», ανακοίνωσε η γραμματεία Δημόσιας Ασφάλειας της πολιτείας Αμαζόνας, προφανώς από στραγγαλισμό.
Η υπηρεσία διαχείρισης σωφρονιστικών ιδρυμάτων επεσήμανε στη συνέχεια ότι η άμεση επέμβαση της αστυνομίας στις φυλακές απέτρεψε τον θάνατο «σχεδόν 200 θυμάτων».
Την ώρα που οι αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στα κελιά, κρατούμενοι προσπαθούσαν να στραγγαλίσουν άλλους συγκρατούμενούς τους, διευκρίνισε η ίδια πηγή.
«Μόλις επικοινώνησα με τον υπουργό (Δικαιοσύνης και Δημόσιας Ασφάλειας) Σέρζιο Μόρο, ο οποίος έστειλε μια ομάδα επέμβασης στις φυλακές της Αμαζόνας ώστε να μας βοηθήσει σε αυτή την κρίση», δήλωσε ο κυβερνήτης της πολιτείας Ουίλσον Λίμα.
Οι τρεις από τις τέσσερις φυλακές όπου σημειώθηκαν θάνατοι κρατούμενων βρίσκονται κοντά η μία στην άλλη και κοντά στη Μανάους, την πρωτεύουσα της πολιτείας Αμαζόνας.
Τουλάχιστον 25 θύματα που εντοπίστηκαν χθες κρατούνταν στη φυλακή Αντόνιο Τριντάτζι.
Στο σωφρονιστικό ίδρυμα Ανίσιο Ζόμπιμ τέσσερις κρατούμενοι βρέθηκαν νεκροί χθες, ενώ δεκαπέντε είχαν σκοτωθεί την Κυριακή. Στη φυλακή αυτή τον Ιανουάριο του 2017 σημειώθηκε αιματηρή εξέγερση που κράτησε περίπου 20 ώρες και στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν τουλάχιστον 56 άνθρωποι, μία από τις χειρότερες σφαγές στην ιστορία των βραζιλιάνικων φυλακών.
Πέντε ακόμη κρατούμενοι εντοπίστηκαν νεκροί χθες στο κέντρο προσωρινής κράτησης ανδρών και έξι ακόμη στη φυλακή Πουρακεκάρα.
Ασφυξία και τραύματα από αιχμηρά αντικείμενα
Στο πρώτο κύμα βίας κρατούμενοι σκοτώθηκαν την Κυριακή στη διάρκεια του επισκεπτηρίου.
«Σημειώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ κρατούμενων. Δεν έχουν υπάρξει ποτέ θάνατοι στη διάρκεια του επισκεπτηρίου», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο συνταγματάρχης Μάρκος Βινίσιους Αλμέιδα, τοπικός αξιωματούχος της σωφρονιστικής υπηρεσίας.
«Κάποιοι θάνατοι προκλήθηκαν από ασφυξία, άλλοι από τραύματα με αιχμηρά αντικείμενα όπως οδοντόβουρτσες», πρόσθεσε.
Ο υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας της πολιτείας Αμαζόνας Λουισμάρ Μπονάτες εξήγησε στην εφημερίδα Folha de Sao Paulo ότι ξέσπασε «σύγκρουση μεταξύ δύο οργανωμένων ομάδων της φυλακής, που είχαν διαμάχη μεταξύ τους και εκμεταλλεύθηκαν την ώρα του επισκεπτηρίου».
Με περισσότερους από 727.000 κρατούμενους να έχουν καταγραφεί το 2016 στη Βραζιλία η χώρα διαθέτει τον τρίτο μεγαλύτερο πληθυσμό φυλακών παγκοσμίως. Οι φυλακές στη Βραζιλία γενικά έχουν τεράστιο πρόβλημα με τους υπεράριθμους κρατούμενους, ενώ η βία μεταξύ οργανωμένων συμμοριών χαρακτηρίζεται ενδημική.
«Φρικτές συνθήκες»
Η τρέχουσα κρίση στις φυλακές κινδυνεύει να επιδεινωθεί καθώς η ακροδεξιά κυβέρνηση του προέδρου Ζαΐχ Μπολσονάρου έχει δεσμευθεί να καταπολεμήσει την εγκληματικότητα χωρίς ωστόσο να ανακοινώσει προγράμματα οικοδόμησης νέων φυλακών.
Η βία τροφοδοτείται από «έντονες διαμάχες» μεταξύ εγκληματικών ομάδων που μάχονται για την κυριαρχία τόσο μέσα όσο και έξω από τα σωφρονιστικά ιδρύματα, εκτιμά η Ζουλιάνα Μέλο ειδική στις φυλακές της Βραζιλίας.
Απουσία «δομικών αλλαγών» οι φυλακές «εξακολουθούν να είναι θέατρο σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», τονίζει η ίδια.
«Οι συνθήκες είναι φρικτές, με τους περισσότερους κρατούμενους να είναι φτωχοί, μαύροι, με ελλιπή εκπαίδευση και περιθωριοποιημένοι», καταγγέλλει.
Σε πρόσφατη έκθεσή του το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατήγγειλε την κατάσταση στις φυλακές της Βραζιλίας.
«Ο υπερπληθυσμός και οι ελλείψεις προσωπικού καθιστούν αδύνατο για τις σωφρονιστικές αρχές να διατηρήσουν την τάξη σε πολλές φυλακές, κάτι που εκθέτει τους κρατούμενους στη βία και στη στρατολόγηση από συμμορίες» προκειμένου να έχουν προστασία, τόνισε το HRW.