Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Υπόθεση Μάριου Παπαγεωργίου: Τον σκότωσαν κι έκαψαν το πτώμα του

Καναδός ερευνητής που διερεύνησε την υπόθεση της δολοφονίας του Μάριου Παπαγεωργίου αποφάνθηκε πως ο άτυχος νέος δολοφονήθηκε και κατόπιν έκαψαν τη σορό του.

Ο ειδικός αναλυτής μίλησε στην κάμερα του «Τούνελ» από συγκεκριμένο πάρκο στην περιοχή της Δάφνης, που χρησιμοποιήθηκε για το φρικτό τέλος του άτυχου νέου.

Ο ίδιος κατάφερε να εντοπίσει τα σημεία στα οποία κινήθηκαν, από την απαγωγή και τη δολοφονία, μέχρι και την καύση του πτώματος. Εξέτασε όλα τα στοιχεία, μίλησε με τα μέλη της πρώτης ασύληπτης ομάδας και ακολούθησε τα ίχνη από τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας.

Ο δικηγόρος της οικογένειας Νίκος Ρουσσόπουλος που βρέθηκε στο στούντιο του «Τούνελ», ανέφερε:

«Βλέπουμε από τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο ερευνητής, τον ηγετικό ρόλο του εγκέφαλου που οργάνωσε την απαγωγή, δολοφονία και την καύση του παιδιού. Η καύση του πτώματος προκύπτει από τις ηχογραφημένες συνομιλίες αλλά και από μαρτυρία. Ο ερευνητής κατάφερε ακόμα να εντοπίσει έναν δύναμο κρίκο, ένα μέλος της πρώτης ομάδας, που αποχώρησε από την αρχή. Στην δίκη σε δεύτερο βαθμό τον Σεπτέμβριο, θα υπάρχουν εξελίξεις και ανατροπές. Ίσως κάποιοι που θεωρού ότι θα έρθουν ως μάρτυρες, να βρεθούν κατηγορούμενοι. Ίσως κάποιοι άλλοι που θεωρούν ότι απαλλάχτηκαν να βρεθούν με βαρύτερες κατηγορίες. Η υπόθεση φτάνει στο τέλος της με τη θέληση της οικογένειας, της έρευνας της εκπο μπής και βεβαίως με τη στάση της Ελληνικής Δικαιοσύνης που έκανε πολύ καλά τη δουλειά της».

Ο ερευνητής μετά από ενδελεχή μελέτη μεγάλου όγκου στοιχείων κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο εγκέφαλος με τα μέλη της πρώτης ομάδας του, στην προσπάθεια τους να «ξεφορτωθούν» το πτώμα του Μάριου, τηλεφωνούσαν ο ένας στον άλλο συνέχεια και συναντιόντουσαν σε συγκεκριμένα σημεία. Κάποιες από αυτές τις συναντήσεις κρατούσαν πολλές ώρες και κάτω από μεγάλη μυστικότητα.

«Μελετήσαμε τις ηχογραφημένες τηλεφωνικές συνομιλίες τους και από τα λεγόμενα τους συμπεραίνουμε ότι ενώ ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν στην μεταφορά της σορού, ένα από τα μέλη της ομάδας τους, το έσκασε. Διέφυγε…» τόνισε χαρακτηριστικά ο Καναδός ερευνητής.

Τα υπόλοιπα μέλη αγωνιούσαν και ρωτούσαν ο ένας τον άλλο που μπορεί να βρίσκεται, γιατί έπρεπε να συντονιστούν και να εξαφανίσουν το πτώμα.

«Έλεγαν ξεκάθαρα: “Είμαστε έτοιμοι, πρέπει να τελειώνουμε με αυτό”. Βρίσκονταν σε μία κατάσταση επείγοντος, σε μία κατάσταση υστερίας, ένιωθαν βιαστικοί και φοβισμένοι. Σ’ αυτό το χρονικό σημείο συζήτησαν για τα λύτρα. Είχαν αποφασίσει να ζητήσουν 620.000 ευρώ. Τέσσερα άτομα θα έπαιρναν από 150.000 ευρώ ο καθένας, 10.000 ευρώ το άτομο που έκανε τα τηλεφωνήματα και κατέθεσε και 10.000 ευρώ θα έδιναν για την BMW ε που τους παραχωρήθηκε τη νύχτα του φόνου», τόνισε ο ερευνητής.

Ο ίδιος εντόπισε τα μέλη της πρώτης ομάδας του εγκέφαλου με τις συνομιλίες που ακολούθησαν σύμφωνα με τον Καναδό να είναι ιδιαίτερα σημαντικές.

«Το άτομο πού ήταν ο επιβάτης στο κόκκινο βανάκι , ήταν ο οδηγός της BMW τη νύχτα της απαγωγής και του φόνου. Στις εννέα και μισή το βράδυ, τηλεφώνησε σε ένα άλλο μέλος της πρώτης ομάδας και του είπε: «Οδηγήσαμε για παραπάνω από 400 χιλιόμετρα. Περάσαμε από εκείνα τα μέρη που είχαν καεί. Είμαστε ψόφιοι στην κούραση, δεν μπορούμε να βρεθούμε σήμερα». Το άλλο μέλος με το οποίο μιλούσε εκνευρίστηκε και επέμενε πως έπρεπε να συναντηθούν οπωσδήποτε» , ανέφερε ο αναλυτής.

Η κάμερα του «Τούνελ» βρέθηκε με τον Καναδό ερευνητή σε ένα συγκεκριμένο πάρκο στη Δάφνη Αττικής που φαίνεται να «ενέπνευσε» όλους όσους συμμετείχαν στην απαγωγή και δολοφονία του Μάριου.

Ο τόπος αυτός χρησιμοποιήθηκε αρκετές φορές στις μεταξύ τους κωδικοποιημένες συνομιλίες όταν ήθελαν να αναφερθούν στον τρόπο που εξαφάνισαν το πτώμα του άτυχου νέου και συγκεκριμένα στην καύση του. Η τοποθεσία ήταν οικεία σε όλους τους εμπλεκόμενους της πρώτης ομάδας, καθώς έμεναν ή εργάζονταν εκεί κοντά.

Σύμφωνα με τον Καναδό, το πάρκο αυτό αναφέρεται με χαρακτηριστικό τρόπο από τον συνεπιβάτη του κόκκινου βαν και τον εγκέφαλο που ήθελε να μάθει αν… «έγινε η δουλειά…».

Στην ίδια τηλεφωνική συνομιλία, το άτομο αυτό συνέχιζε να πιέζει αυτόν που ήταν επιβάτης στο κόκκινο βανάκι. «Είσαι σίγουρος, ότι τελείωσε, ότι έληξε εντελώς;». «Ναι, έληξε, τελείωσε». Τότε ο επιβάτης στο βανάκι ανέφερε ένα μικρό κωδικό, που μας φέρνει σήμερα εδώ. Είπε στον άλλον: «Ξέρεις το μικρό παρκάκι, που ονομάζεται ….», αυτό εδώ που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή και που είναι κοντά στα σπίτια όλων τους. «Η μικρή φωτιά σήμερα, έγινε», συνέχισε. «Η μικρή φωτιά μπήκε». Δεν υπήρχε φωτιά εδώ, μιλήσαμε με όλους τους περίοικους γύρω από το πάρκο. Δεν είχε ξεσπάσει φωτιά εδώ εκείνη την εποχή. Η φωτιά στο συγκεκριμένο πάρκο ήταν ο κωδικός ότι έκαψαν το πτώμα του Μάριου. Και τα κάρβουνα τα χρησιμοποίησαν για να κάψουν το πτώμα αλλά και για να περιορίσουν τη μυρωδιά μέσα στο αυτοκίνητο», τόνισε χαρακτηριστικά ο Καναδός.

Σε εκείνο το χρονικό σημείο κάνει την εμφάνιση της η δεύτερη ομάδα που συμμετείχε στην απόπειρα απαγωγής της Βαρβάρας.

«Είναι ξεκάθαρο από όλες τις αποδείξεις που υπάρχουν, μέσα από όλες τις επίσημες αναφορές μου και τις ερωτήσεις που έκανα στους εμπλεκόμενους, πως τότε είναι που ο εγκέφαλος αποσύρει την πρώτη ομάδα και χρησιμοποιεί τη δεύτερη. Είναι συνοπτικά το σημείο που η Αστυνομία βρίσκει ποιοι εμπλέκονται και όλοι επικεντρώνονται πάνω στην δεύτερη ομάδα.

Έχουμε πληροφορίες και συλλέγουμε συνεχώς νέες, γνωρίζουμε πότε λένε ψέματα και πότε όχι για το που βρίσκονταν. Τα ίχνη στις κεραίες δεν ψεύδονται. Έχουμε την αλήθεια και οι εμπλεκόμενοι έχουν αρχίσει να στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου…» τόνισε χαρακτηριστικά στο «Τούνελ» ο Καναδός ερευνητής.

Ο ειδικός αναλυτής σε προηγούμενες εκπομπές, παρουσίασε τα πρώτα μέρη της έρευνας του που σόκαραν…

Αφορούσαν την άγνωστη μέχρι τότε πρώτη ομάδα, που αποτελούνταν από τον «εγκέφαλο» και τρεις σημαντικούς συνεργάτες του και άλλους δυο περιφερειακούς.

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ