Το Υπουργείο Δικαιοσύνης εξέδωσε νομοσχέδιο για τη Δικονομία του Ελεγκτικού Συνεδρίου και την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης.
Πρώτο μέρος νομοσχεδίου
Στο πρώτο μέρος του νομοσχεδίου θεσπίζεται ένα ενιαίο κείμενο δικονομίας για το Ελεγκτικό Συνέδριο, βάσει του πορίσματος της οικείας νομοπαρασκευαστικής επιτροπής (το 2018) και την επεξεργασία αυτού από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου (το 2019).
Στο κείμενο αυτό ενοποιούνται όλες οι δικονομικές ρυθμίσεις που είτε ενυπήρχαν αποσπασματικά στη νομοθεσία είτε εφαρμόζονταν κατ’ αναλογία από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Με τον τρόπο αυτόν, διαμορφώθηκε ένα κείμενο οικείο και φιλικό προς κάθε νομικό (δικαστικούς λειτουργούς, δικηγόρους κ.λπ.), ανεξαρτήτως της εξοικείωσής τους με τις διαδικασίες στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Περιέχονται, επίσης και ορισμένες καινοτόμες διατάξεις, όσον αφορά τις δίκες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπως η εισαγωγή του θεσμού του εισηγητή δικαστή της υπόθεσης, η παροχή των κατάλληλων μέσων ώστε ο πρόεδρος κάθε δικαστικού σχηματισμού να παρακολουθεί τη ροή των υποθέσεων και να εξασφαλίζει την ταχύτερη εκδίκασή τους, ο θεσμός της προσωρινής διαμόρφωσης κατάστασης, η καθιέρωση της λειτουργίας Τμήματος με επταμελή σύνθεση για την οριστική επίλυση ζητημάτων ερμηνείας, η εκδίκαση των αιτήσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας από συμβούλιο, η ειδική δικονομία για τις ασκούμενες από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο αιτήσεις καταλογισμού, ενώ, περαιτέρω, για πρώτη φορά ρυθμίζεται αναλυτικά η διαδικασία και οι λόγοι της αναίρεσης και εισάγεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο πλήρες σύστημα αποδεικτικής διαδικασίας.
Στο τέταρτο τμήμα του πρώτου μέρους του νομοσχεδίου περιλαμβάνονται τελικές, μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις, με σκοπό την ομαλή εφαρμογή όλων των νέων ρυθμίσεων στις δικαστικές διαδικασίες του Δικαστηρίου.
Δεύτερο μέρος νομοσχεδίου
Παράλληλα, στο δεύτερο τμήμα θεσπίζεται ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο για τον προσυμβατικό έλεγχο που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε αυτή τη λογική, κωδικοποιούνται ουσιαστικά οι ισχύουσες ρυθμίσεις, ώστε να μην προκύπτουν αντιφάσεις ή δυσχέρειες στην εφαρμογή τους.
Με το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου συστήνεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης νέα αυτοτελής υπηρεσία για τη συστηματική συλλογή και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων για τη Δικαιοσύνη. Με τη νέα ρύθμιση δίνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα στη διοίκηση της δικαιοσύνης να λαμβάνει τις αποφάσεις της σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων βάσει αντικειμενικών δεδομένων που αποτυπώνουν την πραγματική κατάσταση που επικρατεί σε αυτά.
Παράλληλα, στις διατάξεις του δευτέρου μέρους προβλέπεται η δυνατότητα των διοικήσεων των πρωτοδικείων και εφετείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, εφόσον υπάρχει ανάγκη, να δημιουργήσουν ειδικά τμήματα για την εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, την ενέργεια και τα προσωπικά δεδομένα.
Τα τμήματα αυτά θα έχουν διευρυμένη τοπική αρμοδιότητα και θα στελεχώνονται από εξειδικευμένους δικαστές έτσι ώστε οι συγκεκριμένες διαφορές, οι οποίες είναι κρίσιμες τόσο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και όσο και για τη διεθνή αξιολόγηση του δικαστικού μας συστήματος, να επιλύονται ταχύτερα και αποτελεσματικότερα.
Αντίστοιχη πρόβλεψη υπάρχει επίσης για τα διοικητικά δικαστήρια καθώς διευρύνεται η δυνατότητα σύστασης ειδικών τμημάτων με εξειδικευμένους δικαστές για την εκδίκαση όποιων κατηγοριών διοικητικών διαφορών κρίνεται κάθε φορά σκόπιμο από τους διοικούντες.
Τρίτο μέρος νομοσχεδίου
Ταυτόχρονα, στο τρίτο τμήμα επέρχονται τροποποιήσεις στον Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως αυτές προέκυψαν από σχετικές προτάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τις οποίες επιδιώκεται η οργανωτική μεταρρύθμιση του Δικαστηρίου με στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς του, καθώς αναμένεται η εξοικονόμηση πολύτιμου χρόνου για τους δικαστές ώστε να μπορούν να ασκήσουν ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους.
Περαιτέρω, ιδρύεται στο Δικαστήριο Τμήμα Ελέγχων επιφορτισμένο με όλες τις υφιστάμενες ελεγκτικές αρμοδιότητες αλλά και νέες, όπως τον εντοπισμό συστημικών διαχειριστικών παθογενειών και την ανάλυση των αιτίων τους, καθώς και την εκτίμηση της αξιοπιστίας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου της δημόσιας διοίκησης.
Τέλος, επικαιροποιούνται οι ρυθμίσεις για τους κατασταλτικούς ελέγχους και θωρακίζονται οι ελεγκτικές διαδικασίες.