Μετά την οικολογική καταστροφή σειρά έχει η οικονομική για την περιοχή της Πειραϊκής που ήδη ήταν αντιμέτωπη με αρκετά προβλήματα πριν πληγεί από το μαύρο που σκόρπισε η “Αγία Ζώνη ΙΙ”.
Ας μην ξεχνάμε πως για την πειραϊκή οικονομία η αλιεία και η ιχθυόσκαλα αποτελούν πνεύμονα απασχόλησης κι ανάπτυξης με επίδραση σε πόλεις όπως το Πέραμα, το Κερατσίνι – Δραπετσώνα και φυσικά το νησί της Σαλαμίνας, με αποτέλεσμα το πρόβλημα που δημιουργήθηκε να συνεπάγεται και μια πρωτοφανή κρίση. Κρίση που θα αποτυπωθεί και στην τουριστική ανάπτυξη της περιοχής αλλά και στις εκδηλώσεις όπως είναι οι γάμοι που ήδη τα ζευγάρια έχουν αρχίσει να ακυρώνουν τα εστιατόρια που βρίσκονται μια ανάσα μακριά από το δηλητήριο που ‘έπνιξε’ την θάλασσα.
Μια ζώνη που ενδέχεται να επιβαρυνθεί με απώλειες στο τοπικό της ΑΕΠ έως και περίπου 500 εκατ. ευρώ αν δεν υπάρξουν άμεσες μέριμνες, σύμφωνα με τους αρχικούς υπολογισμούς.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Επαγγελματικού Συλλόγου Κερατσινίου και Δραπετσώνας κ. Νίκος Πέτσας «η προχθεσινή ρύπανση από το πετρελαιοφόρο δεν ήταν η μοναδική για την περιοχή Κερατσινίου Δραπετσώνας που σε σταθερή βάση είναι πολλαπλώς περιβαλλοντικά επιβαρυμένη. Η τωρινή ολοκληρωτική πλέον θαλάσσια ρύπανση από την πετρελαιοκηλίδα ήρθε απλά να επικυρώσει το μέγεθος της αδιαφορίας, προκάλεσε ολοκληρωτική με τη σειρά της ζημιά στους επαγγελματίες με παραθαλάσσια καταστήματα, έκανε απαγορευτικό το ψάρεμα στους μικροεπαγγελματίες ψαράδες και πλημμύρισε με πετρέλαιο το λιμανάκι των Αλιέων».
Συγκεκριμένα όπως τονίζει ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά κ. Νίκος Μανεσιώτης «μια πρώτη αρνητική εξέλιξη είναι πως η περίοδος έως και τις αρχές Οκτωβρίου που τουριστικά ο Πειραιάς κινείται και δέχεται επισκέψεις, θα νεκρώσει. Ακόμα και στο καλύτερο σενάριο της ρύπανσης για δύο με τρεις εβδομάδες, η πόλη μας θα υποστεί ζημιά καθώς θα χαθεί η τελευταία περίοδος της καλοκαιρινής σεζόν. Όμως οι παράπλευρες απώλειες είναι μεγάλες εκτός της εστίασης και της βιομηχανίας της διασκέδασης ή του καφέ που σε μεγάλο βαθμό ζουν την περιοχή του Πειραιά και της παραλιακής και στις ενοικιάσεις σκαφών, στις δουλειές που σχετίζονται με τις μαρίνες που υπάρχουν εδώ, με όσους ασχολούνται γενικά στα θαλασσινά επαγγέλματα. Μακροχρόνια επίσης ανησυχούμε πως θα επηρεαστεί και συνολικά το τοπικό εμπόριο. Δεν είναι μικρό πράγμα να κολλήσει η ρετσινιά πως η περιοχή μας έχει μολυνθεί».
Ο πρώην αντιπεριφερειάρχης Πειραιώς και Νήσων κ. Δημήτρης Κατσικάρης επισημαίνει με τη δική του σειρά πως ξεκάθαρα η καθημερινότητα της περιοχής επηρεάζεται και πως η ζημιά αν και είναι δύσκολο να αποτιμηθεί άμεσα ενδέχεται να ξεφύγει σε πάνω από 500 εκατ. ευρώ. «Δεν υπήρξε άμεση επέμβαση και χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Περιοχές τουριστικές όπως το Φάληρο που συνεισφέρουν στην τοπική οικονομία ή η Σαλαμίνα που έχει δικές της τουριστικές ζώνες έχουν υποστεί μεγάλες βλάβες ενώ μην παραγνωρίσετε την αρνητική φήμη που θα υπάρξει. Κι όλα αυτά σε μια περιφέρεια που ήδη έχει τους υψηλότερους δείκτες ανεργίας».
Κίνδυνος και για το φαγητό μας
Πέρα όμως από τις καταστροφικές επιπτώσεις για το περιβάλλον, αυτής της έκτασης η μόλυνση μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις τόσο στην αλιεία, όσο και στη διατροφική αλυσίδα, προειδοποιούν οι ειδικοί.
«Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα υδατοδιαλυτά συστατικά του αργού πετρελαίου και των διυλισμένων προϊόντων του περιέχουν μια ποικιλία ενώσεων που είναι τοξικές για ένα ευρύ φάσμα θαλασσίων οργανισμών. Αναφέρουν επίσης ότι τα αυγά, οι προνύμφες των ψαριών και τα νεαρά άτομα είναι πιο ευαίσθητα στη ρύπανση από πετρελαιοειδή, δεδομένου ότι το πετρέλαιο προκαλεί διαταραχές στη φυσιολογία και τη συμπεριφορά των οργανισμών, καθώς και ανωμαλίες στην ανάπτυξη των ψαριών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι ακόμα και ίχνη πετρελαίου στο νερό επηρεάζουν τη συμπεριφορά των θαλασσίων οργανισμών και τους ρυθμούς αφομοίωσης της τροφής», εξήγησε στο ΑΠΕ ο Χάρης Δημοσθενόπουλος, MΜedSci.PhDc, προϊστάμενος Διαιτολογικού Τμήματος ΓΝΑ «Λαϊκό».
Το στρώμα πετρελαίου στην επιφάνεια της θάλασσας μειώνει στο ελάχιστο την ανανέωση του νερού με το οξυγόνο του αέρα, εμποδίζει τις ακτίνες του ήλιου να περάσουν βαθιά στη θάλασσα περιορίζοντας έτσι τη φωτοσύνθεση και προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας του νερού οδηγώντας μαλάκια και φυτά σε ασφυξία, όπως συμβαίνει και με τα ψάρια εκείνα που δεν εγκαταλείπουν έγκαιρα τη ρυπασμένη περιοχή, σημείωσε ο ίδιος.