Μεσήλικη και καλοντυμένη η κυρία Ευγενία γεμίζει και αυτή τις σακούλες της με τα «ρετάλια» της λαϊκής αγοράς. «Προσπαθούμε να τα φέρουμε βόλτα με τα ελάχιστα μεροκάματα του συζύγου μου. Οι ημέρες που δεν υπάρχει τίποτα για φαγητό στο τραπέζι αυξάνονται. Οι κόρες μας είναι άνεργες εδώ και χρόνια. Ευτυχώς, όλο και κάτι βρίσκω στο τέλος της λαϊκής. Δυσκολεύομαι να χωνέψω την κατάντια μας. Τσιμπιέμαι και αναρωτιέμαι εάν όλα αυτά συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Η κατάσταση μας είναι δυστυχώς απολύτως πραγματική» λέει η κ. Ευγενία.
Η σύνταξη δεν φτάνει ούτε για τα φάρμακα…
Ο 70χρονος κύριος που σέρνεται ανάμεσα στους πάγκους της λαϊκής μοιάζει, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής», με ξωτικό. Οι κινήσεις του είναι οριακά αργές, στο όριο της ανθρώπινης κινητικότητας.
Με χέρια που τρέμουν, προσπαθεί να παραχώσει τα απομεινάρια των πάγκων που περιμαζεύει από τον δρόμο και τα πεταμένα τελάρα στην κίτρινη σακούλα. «Η κουτσουρεμένη σύνταξη δεν φτάνει ούτε για τα φάρμακα. Είμαι χαμένος», τονίζει με νόημα.
«Πριν από μερικά χρόνια αναγκάστηκε να πουλήσει το δυαράκι του για να σώσει τον γιο του από τα χρέη που του φόρτωσε το μαγαζάκι του, πριν το καταπιεί κι αυτό η κρίση» εξηγεί ο υπάλληλος ενός ψιλικατζίδικου που γνωρίζει την ιστορία του 70χρονου.
Μαγειρεύουμε εάν υπάρχει κάτι και έχει αέριο το πετρογκάζ
Έπειτα από επαγγελματική διαδρομή 18 ετών ως χειριστής μηχανημάτων στα δομικά έργα, εδώ και τέσσερα χρόνια, άνεργος πατέρας τεσσάρων παιδιών ο κύριος Γιώργος αγωνίζεται για τα στοιχειώδη. Έχω τρία κορίτσια 12, 9 και 7 ετών. Η μικρή μας είναι μόλις επτά μηνών. Ζούμε έξι άτομα σε ένα παράπηγμα 12 τετραγωνικών μέτρων. Τον χειμώνα δεν έχουμε θέρμανση. Μόλις μας έκοψαν και το ρεύμα. Τα χρέη μας πνίγουν. Μόνο στη ΔΕΗ, οι άνθρωποι της οποίας μας ανέχτηκαν επί μήνες, χρωστάμε 2.500 ευρώ. Οφείλουμε 400 ευρώ στην ΕΥΔΑΠ, 600 ευρώ στον φούρνο, 150 ευρώ στο φαρμακείο και περίπου 600 ευρώ στα ψιλικατζίδικα. Μας έκοψαν όλοι την πίστωση και έχουν δίκιο. Μαγειρεύουμε όποτε υπάρχει κάτι, όποτε έχει αέριο η φιάλη του πετρογκάζ» εξηγεί ο κύριος Γιώργος.
Εάν αρρωστήσω, καλύτερα να πεθάνω, να ησυχάσω
«Μέχρι το 2006 δούλευα σταθερά στις οικοδομές. Τόσα χρόνια άνεργος, κατέληξα έτσι όπως με βλέπεις, στον δρόμο με το καρότσι» λέει ο 55χρονος κύριος Γιώργος. Η εφημερίδα τον εντόπισε στα όρια του Παγκρατίου με το Μετς. Κατάγεται από ακριτικό χωριό. Ζει με τη σύζυγο και τα τρία του παιδιά, σε παλιά μονοκατοικία στο Μεταξουργείο.
«Η γυναίκα μου δουλεύει συμβασιούχος στην κουζίνα μεγάλου νοσοκομείου με μισθό 400 ευρώ. Έχουμε δύο γιους 30 και 23 ετών και μία κόρη 31 ετών. Δεν είχαμε χρήματα να τα σπουδάσουμε. Κατέληξαν στο μεροκάματο αλλά τώρα είναι άνεργα. Πληρώνουμε 200 ευρώ ενοίκιο. Εάν δεν ήμουν οικοδόμος, το σπίτι θα είχε πέσει. Το συντηρώ και σε αντάλλαγμα, η ιδιοκτήτρια μας επιτρέπει να χρωστάμε μερικά ενοίκια. Ας είναι καλά η γυναίκα» λέει ο 55χρονος άνεργος οικοδόμος.
ΠΗΓΗ: Έθνος της Κυριακής